Στον εκτελεστικό διευθυντή της µη κυβερνητικής οργάνωσης υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωµάτων Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισµό (ΚΙΣΑ), ∆ώρο Πολυκάρπου, απένειµε στις 14 Οκτωβρίου 2024 το Βραβείο Υπερασπιστών Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων για το 2024 η διεθνής οργάνωση Front Line Defenders (FLD).
Ο οργανισµός FLD βραβεύει κάθε χρόνο πέντε υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωµάτων που προέρχονται από τις πέντε ηπείρους – περιοχές του κόσµου (Αφρική, Αµερική, Ασία – Ειρηνικός Ωκεανός, Ευρώπη και Κεντρική Ασία, και Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική) και βρίσκονται σε κίνδυνο για τη δράση τους. Το βραβείο εστιάζει την προσοχή της παγκόσµιας κοινότητας στο έργο και τους αγώνες των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωµάτων.
Σε συνέντευξή του στη «Χαραυγή», ο εκτελεστικός διευθυντής της ΚΙΣΑ µιλά για τη σηµασία της ξεχωριστής βράβευσής του από την οργάνωση Front Line Defenders, αλλά και για τις δυσκολίες που αντιµετώπισε ο ίδιος και η ΜΚΟ, όλα αυτά τα χρόνια.
Ποια είναι η σηµασία τού εν λόγω βραβείου, τόσο για εσένα, όσο και για την ΚΙΣΑ;
Σε µια δηµοκρατική κοινωνία όπου ο κάθε άνθρωπος πρέπει να νιώθει ασφάλεια, η βράβευση ακτιβιστών που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώµατα και βρίσκονται σε κίνδυνο θα έπρεπε να είναι αχρείαστη. Εντούτοις, η σηµασία αυτού του βραβείου είναι πως αναγνωρίζεται η προσπάθειά µας από ένα διεθνή οργανισµό και ασκείται µια πίεση στις αρµόδιες Αρχές να λάβουν µέτρα έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι οι άνθρωποι που παλεύουν για τα ανθρώπινα δικαιώµατα να προστατεύονται, όταν δέχονται πιέσεις από κρατικούς ή παρακρατικούς φορείς που δεν συµφωνούν µε το έργο τους.
Ποια θεωρείς τα σοβαρότερα προβλήµατα που αντιµετωπίζεις εσύ, αλλά και η ΚΙΣΑ στο έργο σας;
Πάντοτε υπάρχουν πολιτικές σκοπιµότητες πίσω από την υπόσκαψη ενός τέτοιου έργου όπως είναι αυτό που επιτελεί η ΚΙΣΑ, καθώς το Μεταναστευτικό εργαλειοποιείται εδώ και αρκετά χρόνια. Τα τελευταία χρόνια µάλιστα, µε αποκορύφωµα την περίοδο που ο Νίκος Νουρής ήταν στο Υπουργείο Εσωτερικών, επιλέχθηκε συνειδητά να παρουσιαστεί ως κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια και κατ’ επέκταση «να κινδυνεύει η δηµογραφία και η ταυτότητά µας».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δαιµονοποιήθηκαν και εκείνοι που προσπαθούσαν και προσπαθούν να ορθώσουν ανάστηµα και να αρθρώσουν ένα διαφορετικό λόγο σε αυτό το αφήγηµα. Πρώτα στοχοποιήθηκε η ΚΙΣΑ όταν ο Νίκος Νουρής µιλούσε για διασυνδέσεις ΜΚΟ µε διακινητές και ξέπλυµα βρόµικου χρήµατος. Σκεφτείτε να υπάρχουν σε ένα κράτος όλοι αυτοί οι µηχανισµοί για αντιµετώπιση του οργανωµένου εγκλήµατος και αντί να στοχεύει σε αυτό, να κατηγορεί οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Έχουµε καταχωρίσει υπόθεση λιβέλου εναντίον του κ. Νουρή, η οποία εκκρεµεί στα δικαστήρια και είµαι βέβαιος ότι θα καταδικαστεί. Το τίµηµα, ωστόσο, το πληρώνει η κοινωνία.
Πώς είναι η συνεργασία σας µε άλλους φορείς ή οργανώσεις εκτός Κύπρου, αν αναλογιστούµε και την άνοδο της ακροδεξιάς;
Θα µιλήσω αρχικά για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία σε επίπεδο θεσµών της ΕΕ συνεχίζει να συνεργάζεται σε ένα θετικό και εποικοδοµητικό πλαίσιο. Προκύπτουν ωστόσο προβλήµατα µε την αλλαγή της στάσης των θεσµών στο Μεταναστευτικό και διαπιστώνουµε ότι η άνοδος της ακροδεξιάς έχει ξεκάθαρα επηρεάσει την πολιτική που χαράσσεται. Έγιναν και θετικά βήµατα, όπως η προστασία των ΜΚΟ που ασχολούνται µε τα ανθρώπινα δικαιώµατα.
Η ΚΙΣΑ χαίρει µεγάλης εκτίµησης και είµαστε µέλη σε αρκετά πανευρωπαϊκά δίκτυα, ενώ «απολαµβάνουµε» την έντονη στήριξή τους. Όµως θα επανέλθω σε εθνικό επίπεδο και θα επαναλάβω πως έχει δηµιουργηθεί ένα τέτοιο κλίµα, ιδίως από την προηγούµενη κυβέρνηση µε τη βοήθεια, φυσικά, ορισµένων µέσων ενηµέρωσης, πολλά από αυτά λειτουργούσαν ως γραφεία Τύπου του Υπουργείου Εσωτερικών.
Τι δηµιουργήθηκε µέσα από αυτή την κατάσταση;
∆ηµιουργήθηκε ένα τέτοιο τοξικό κλίµα που δεχόµαστε επιθέσεις και απειλές στα κινητά µας και στα προσωπικά µας µέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι επιπτώσεις, όµως, δεν είναι µόνο σε προσωπικό επίπεδο. Είναι δύσκολο να αποφασίσει κάποιος να δραστηριοποιηθεί σε µια οργάνωση και να αφιερώσει το χρόνο του κάπου όπου δυνάµει µπορεί να κινδυνεύει.
Έχετε καταγγείλει αυτές τις επιθέσεις; Πώς σας αντιµετωπίζουν οι Αρχές και η Πολιτεία;
Έχουµε προβεί σε σωρεία καταγγελιών. Οι τελευταίες που έγιναν µε συστηµατικό τρόπο ήταν τον Νοέµβρη του 2023 και ακόµη περιµένουµε να µας ενηµερώσουν τι θα γίνει. Πάντοτε λένε ότι κατανοούν το εκάστοτε πρόβληµα και θα ενεργήσουν επαγγελµατικά, στο πνεύµα του νόµου. Εκ του αποτελέσµατος, τα πράγµατα είναι αλλιώς.
Τα γραφεία της ΚΙΣΑ δέχθηκαν βοµβιστική επίθεση τον περασµένο Ιανουάριο και έκτοτε δεν έγινε κάτι ουσιαστικό, ούτε καν ανέλαβαν να εξετάσουν στα σοβαρά συγκεκριµένες αναφορές µας. Υπήρξε περίπτωση όπου είχα δεχθεί επίθεση σε δηµόσιο χώρο, παρουσία αστυνοµικών, και οι δράστες φυσικά δεν έχουν συλληφθεί. Και για να καταλάβουµε το µέγεθος της αδιαφορίας, ο άνθρωπος ο οποίος ήταν από τους πρωτεργάτες του «καλέσµατος» για τα πογκρόµ στη Λεµεσό, µε απείλησε µπροστά σε αστυνοµικούς ότι «οι µέρες µου είναι µετρηµένες». Ακόµα και τώρα, τι έγινε µε αυτό το άτοµο; Έκανα επίσηµη καταγγελία και ακόµα περιµένω.
Ποια ήταν η στάση της κυβέρνησης για τη βοµβιστική επίθεση στα γραφεία σας τον περασµένο Ιανουάριο;
Κανένας κυβερνητικός αξιωµατούχος δεν έχει καταδικάσει την επίθεση, ενώ από τα πολιτικά κόµµατα µόνο το ΑΚΕΛ και οι Οικολόγοι είχαν προβεί σε ξεκάθαρη καταδίκη. Η ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για τους υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωµάτων έχει στείλει επιστολή στην κυβέρνηση, ενώ σε πρόσφατη εκδήλωση µάλιστα είχε πει ότι «οι Αρχές της Κύπρου πρέπει να νιώθουν ντροπή που µέχρι σήµερα δεν µπόρεσαν να εξιχνιάσουν τη βοµβιστική αυτή επίθεση». Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν µια τυπικότητα του τύπου «κάθε σοβαρό έγκληµα η Αστυνοµία το χειρίζεται µε την ίδια σοβαρότητα».
Ένα σχόλιο για τη διαβίωση των προσφύγων και των µεταναστών στην Κύπρο…
Αρχικά να πω πως όταν ζούµε τόσο κοντά σε µια χώρα η οποία βοµβαρδίζεται ανελέητα (σ.σ. Λίβανος) και σε µια κατεχόµενη Παλαιστίνη που βιώνει γενοκτονία, και το κράτος µας αναχαιτίζει βάρκες αναγκάζοντας πρόσφυγες που παλεύουν για τη ζωή τους να στραφούν πίσω, καταλαβαίνουµε την κατάσταση.
Έχουµε επισκεφθεί τους ανθρώπους που βρίσκονται στη Νεκρή Ζώνη και έχουµε εκπροσωπήσει στο δικαστήριο γύρω στους 45 από αυτούς για παραβιάσεις των δικαιωµάτων τους. Σε αυτούς επιτράπηκε τελικά να εισέλθουν στη ∆ηµοκρατία και να υποβάλουν αίτηση ασύλου, ωστόσο στους υπόλοιπους που δεν κατέθεσαν υπόθεση στο δικαστήριο, κάτι τέτοιο δεν επιτράπηκε και συνεχίζουν να βρίσκονται στη Νεκρή Ζώνη. Εάν το κράτος θεωρούσε ότι είχε δίκιο, γιατί επέτρεψε σε αυτούς τους 45 να εισέλθουν στο έδαφος της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας; Τι διαφορετικό έχουν από τους υπόλοιπους;
Το τραγικό είναι πως η κυπριακή κυβέρνηση έχει παραβιάσει τόσο το εθνικό νοµικό πλαίσιο, όσο και τη Σύµβαση που αφορά την πρόσβαση των ανθρώπων αυτών στη διαδικασία αίτησης ασύλου και πρόκειται για µια σοβαρότατη παραβίαση. Η κυβέρνηση έχει δηµιουργήσει µια τέτοια κατάσταση, που φτάσαµε στο σηµείο να έχουµε κυκλώµατα που µεταφέρουν πρόσφυγες εκτός Κύπρου διότι δεν µπορούν να παραµένουν άλλο εδώ. Πολύ δύσκολα οι άνθρωποι αυτοί µπορούν να επιβιώσουν, είτε πρόκειται για στέγη, είτε για εξεύρεση εργασίας.