Ανησυχίες για την έξαρση της ακραίας και ρατσιστικής βίας

11 Min Read


Του

Καλλή Αντούνα

Έντονες οι ανησυχίες στην κοινωνία για την έξαρση των περιστατικών ακραίας και ρατσιστικής βίας που αντιµετωπίζουν οι διανοµείς φαγητού. Όπως ανακοίνωσε ο Υπουργός ∆ικαιοσύνης Μάριος Χαρτσιώτης, µετά τη σύσκεψη που πραγµατοποιήθηκε µε αφορµή τις αλλεπάλληλες επιθέσεις το τελευταίο διάστηµα εναντίον διανοµέων, συνολικά έχουν καταγραφεί δεκαοκτώ υποθέσεις τις τελευταίες εβδοµάδες εκ των οποίων δεκαπέντε στη Λεµεσό και τρείς στη Λευκωσία, προσθέτοντας πως οι οκτώ υποθέσεις έχουν εξιχνιαστεί και έχουν καταχωριστεί ενώπιον δικαστηρίων, µε τους πλείστους κατηγορούµενους να είναι νεαρά πρόσωπα.

Μεταξύ άλλων αποφασίστηκε η Αστυνοµία να αναλάβει τη διενέργεια περιπολιών σε περιοχές της Λεµεσού όπου σηµειώθηκαν τα περισσότερα περιστατικά επιθέσεων και ληστειών εναντίον διανοµέων φαγητού και η εγκατάσταση ειδικού συστήµατος άµεσης επικοινωνίας µεταξύ διανοµέων φαγητού και Αστυνοµίας µέσω του τηλεφωνικού αριθµού 112.

Αυξάνονται οι καταγγελίες µαζί µε το φαινόµενο

Ο Καθηγητής Κοινωνιολογίας και Νοµικής στο Πανεπιστήµιο Λευκωσίας και εκπρόσωπος του Κέντρου Θεµελιωδών ∆ικαιωµάτων του Πανεπιστήµιου, κ. Νίκος Τριµικλινιώτης εξήγησε στη «Χ», πως εµφανίζονται αυξηµένα τα περιστατικά βίας γιατί είναι αυξητική και η τάση των καταγγελιών που παίρνουν δηµοσιότητα. «Το φαινόµενο της ακραίας βίας φαίνεται να επεκτείνεται και φτάνει στο σηµείο της καταγγελίας. Αν κοιτάξουµε τα πραγµατικά δεδοµένα θα δούµε ότι ανέκαθεν υπήρχε µια µορφή βίας απέναντι στους διανοµείς. Αν µιλήσεις µάλιστα µαζί τους γίνεται φανερό ότι είναι καθηµερινό φαινόµενο», δήλωσε. Αυτό που βλέπει το φως της δηµοσιότητας, ωστόσο, τελευταία είναι τα πιο ακραία περιστατικά που πλέον τα διερευνά και η Αστυνοµία, πρόσθεσε.

Υπάρχει ένα ρατσιστικό υπόβαθρο, συνέχισε, το οποίο συνδέει όλα αυτά τα περιστατικά µεταξύ τους. «Αν οι διανοµείς δεν ήταν µετανάστες και άτοµα από τρίτες χώρες, πιθανόν να µην αντιµετώπιζαν την ίδια µεταχείριση. Αντιµετωπίζονται έτσι διότι είναι αυτό που ονοµάζουµε «εργάτες πρώτης γραµµής», δηλαδή που έχουν µια δύσκολη εργασιακή πραγµατικότητα», σηµείωσε.

Εποµένως για να κατανοήσουµε το πώς και πού συµβαίνει αυτή η ακραία βία και γιατί  παρουσιάζεται µια έξαρση, κυρίως στη Λεµεσό, πρέπει να εξετάσουµε τόσο τους θύτες και ποιο είναι το ευρύτερο περιβάλλον και η περιρέουσα ατµόσφαιρα, πρόσθεσε ο κ. Τριµικλινιώτης. «Θα δούµε ότι υπάρχουν τριών ειδών µορφές βίας που αντιµετωπίζουν τα άτοµα αυτά. Σε κάθε περίπτωση θα βρούµε διαφορετικές κατηγορίες θυτών. Σε κάποιες περιπτώσεις θα είναι ανήλικοι, το οποίο προβληµατίζει την κοινωνία, και σε άλλες περιπτώσεις ενήλικες οι οποίοι σχετίζονται µε το οργανωµένο έγκληµα. Για αυτό χρειάζεται διαφορετικού τύπου αντιµετώπιση», ανέφερε. «Αυτοί που κυνηγάνε τους διανοµείς για να κλέψουν τα µηχανάκια τους είναι άλλο πράγµα από τα παιδιά που ρίχνουν πέτρες, παρόλο που σχετίζονται µεταξύ τους και  αποδέκτες είναι η ίδια οµάδα ανθρώπων».

Παρουσιάζεται επίσης, συνέχισε, και ένα κοµµάτι µιµητισµού στους νεαρούς θύτες, οι οποίοι µιµούνται περιστατικά που γίνονται σε άλλες περιοχές. «Για αυτό έχει ουσία να γνωρίζουµε ποιοι είναι οι θύτες. Γνωρίζουµε ότι σε πολλές περιπτώσεις που γίνονται καταγγελίες δεν υπάρχει κάτι σοβαρό εναντίον των θυτών, διότι είναι ανήλικοι οπότε αντιµετωπίζονται και ως τέτοιοι», σχολίασε.

Να προβληµατίσει και ο τρόπος οργάνωσης των πόλεων

Σχετικά µε το ότι το φαινόµενο φαίνεται να παρουσιάζεται πιο έντονα στη Λεµεσό, σηµείωσε πως είναι σηµαντικό να προσέξουµε πως τα περιστατικά λαµβάνουν χώρο σε συγκεκριµένες περιοχές της Λεµεσού. «Οπότε φαίνεται να υπάρχει κάτι οργανωµένο σε αυτές τις περιοχές και σε συγκεκριµένους χώρους, κάτι που πρέπει να ερευνήσουµε. Για παράδειγµα υπάρχουν περιοχές τις οποίες ελέγχουν τις νυκτερινές ώρες οι διακινητές και το οργανωµένο έγκληµα, που πιθανόν να εµπλέκεται», πρόσθεσε.

Με βάση τους αριθµούς των περιστατικών, αλλά και των συλλήψεων, το φαινόµενο φαίνεται να διευρύνεται, γεγονός που καθιστά ακόµα πιο δύσκολη την αντιµετώπιση του.

Το φαινόµενο σχετίζεται επίσης και µε τον τρόπο που είναι οργανωµένες οι πόλεις, τόνισε, καθώς φαίνεται πως υπάρχουν και συγκεκριµένα κοινωνικά ζητήµατα. Για παράδειγµα, υπάρχουν περιοχές που είναι πιο φτωχές ή ακόµα και εγκαταλελειµµένες και αυτό έρχεται σε αντίφαση µε τα περιστατικά που συναντούµε σε περιοχές στις οποίες βλέπουµε νεαρούς να γυρνάνε τις νύχτες στους δρόµους και να προκαλούν ένα αίσθηµα ανασφάλειας.

«Γι’ αυτό και είναι σηµαντικό όλα αυτά να ληφθούν υπόψη έτσι ώστε να µην είναι η καταστολή η µόνη λύση αντιµετώπισης, αλλά να σκεφτούµε και την ίδια την ανάπτυξη των πόλεών µας και προς τα πού κινείται η ανάπτυξή τους», δήλωσε. Φαίνεται, δηλαδή, ότι οι ανισοµερείς ρυθµοί ανάπτυξης δηµιουργούν και περιοχές όπου παρουσιάζονται διάφορα κοινωνικά προβλήµατα.

«Η έξαρση της βίας είναι γενικότερη, αλλά είναι αδιαµφισβήτητο πως εδώ παρουσιάζεται ένα ρατσιστικό υπόβαθρο. Στο θέµα αντιµετώπισης του φαινοµένου χρειάζεται συµµετοχή όλων των µερών της κοινωνίας, της πολιτείας, της τοπικής κοινωνίας, των συντεχνιών, της εργοδοσίας κτλ», κατέληξε.

«∆εν µπορώ να καταλάβω γιατί µας συµπεριφέρονται άσχηµα κάποιοι άνθρωποι»

Ο συνδικαλιστής διανοµέας Αµίτ Κουµάρ, που ήταν από τους οργανωτές της πρώτης απεργίας των εργατών της εταιρείας Wolt τον ∆εκέµβριο του 2022, µοιράστηκε εµπειρίες δικές τους και συναδέλφων του σε ραδιοφωνική παρέµβαση στον ραδιοσταθµό «Άστρα».

Συγκεκριµένα, ο Αµίτ ανέφερε πως «δεν µπορούµε να καταλάβουµε γιατί συµβαίνουν αυτά τα περιστατικά! Εµείς παίρνουµε φαγητά στα σπίτια του κόσµου και η πλειοψηφία του κόσµου το εκτιµά και µας αγαπά. Με αυτούς που εξυπηρετούµε δεν είχαµε θέµα ποτέ και µας φέρονται καλά. ∆εν µπορώ να καταλάβω γιατί µας συµπεριφέρονται άσχηµα κάποιοι άνθρωποι», ανέφερε.

«Προχθές µε πήρε ένας φίλος το βράδυ και µου είπε να ενηµερώσουµε τους συναδέλφους να µην περάσουν από τον τάδε δρόµο, γιατί τους είχαν ρίξει πέτρες τρία παιδιά», δήλωσε, προσθέτοντας πως τέτοια περιστατικά συµβαίνουν σχεδόν καθηµερινά και πως οι διανοµείς αλληλοενηµερώνονται για τις επικίνδυνες περιοχές µέσω οµάδας σε κοινωνικά δίκτυα.

Σχετικά µε την έξαρση της βίας στη Λεµεσό, ανέφερε πως έχει ενηµερωθεί και από συναδέλφους του στη Λεµεσό ότι υπάρχει µεγάλο πρόβληµα. Συγκεκριµένα, τον είχαν ενηµερώσει πως υπήρχαν καµιά δεκαριά άτοµα που γύριζαν τους δρόµους µε µηχανάκια και µοτοσικλέτες και έριχναν ξύλα στην πλάτη. Υπήρξε περίπτωση που µόλις σταµάτησε ο διανοµέας µε το µηχανάκι του οι θύτες πήγαν να τον πλησιάσουν, αλλά ευτυχώς ένα άλλο αυτοκίνητο σταµάτησε και απέτρεψε τα χειρότερα.

Ο Αµίτ, ερωτηθείς σχετικά µε το πόσο τακτικό είναι το φαινόµενο στη Λευκωσία, απάντησε πως τις τελευταίες 2-3 εβδοµάδες έχει ακούσει για 2-3 περιστατικά, όπως για παράδειγµα στην περιοχή της Καλλιθέας στο ∆άλι, όπου ο διανοµέας έπαιρνε την παραγγελία και τρεις νεαροί ήθελαν να κλέψουν την τσάντα του και άλλες περιπτώσεις στη Λεωφόρο Αθαλάσσας, όπου νεαροί ρίχνουν πέτρες σε διανοµείς. Συχνά επίσης ανέφερε πως δέχεται µηνύµατα από συναδέλφους του ότι τους έχουν κλέψει τα µηχανάκια.

∆ύσκολα εµπιστεύονται την Αστυνοµία

Ερωτηθείς σχετικά µε το κατά πόσο εµπιστεύονται την Αστυνοµία οι διανοµείς για να καταθέσουν καταγγελίες, ανέφερε πως αρκετοί φοβούνται σίγουρα να πάρουν τηλέφωνο στην Αστυνοµία. «Να σας θυµίσω ότι όταν τον ∆εκέµβρη του 2022 ξεκινήσαµε τις απεργίες οι εργαζόµενοι του Wolt, η Αστυνοµία ήρθε και µας φώναζε πως δεν δικαιούµαστε να κάνουµε απεργία», δήλωσε.

Σχετικά µε τις κλοπές µηχανών, πρόσθεσε πως τις πλείστες φορές όταν ένα µηχανάκι τελικά βρεθεί, είναι σπασµένο. Οι διανοµείς, όµως, αµείβονται µόλις 1,46 ευρώ την ώρα και από το ποσό αυτό κόβεται το 37% από τους εργοδότες, ενώ οι ίδιοι πληρώνουν για τα καύσιµα και τυχόν ζηµιές που προκύπτουν. Είναι, λοιπόν, πολύ ακριβό για τον διανοµέα να το επιδιορθώσει.

«Οι πλατφόρµες οφείλουν να καθίσουν και να µιλήσουν µε την Αστυνοµία και το αρµόδιο Υπουργείο και να βρουν λύσεις σε αυτά τα προβλήµατα. Εµείς δεν µπορούµε να κάνουµε τίποτε, ούτε µπορούµε να µαλώνουµε µε τον κόσµο», κατέληξε.



Share This Article