∆εν υπάρχουν πολλές προσδοκίες για την COP29

5 Min Read


Στον απόηχο των καταστροφικών πληµµυρών στη Βαλένθια και της επανεκλογής του αρνητή της κλιµατικής αλλαγής Ντόναλντ Τραµπ στην προεδρία των ΗΠΑ, η ∆ιάσκεψη των Ηνωµένων Εθνών για την Κλιµατική Αλλαγή του 2024, γνωστή ως COP29, συνέρχεται και πάλι σε µια πετρελαιοπαραγωγό χώρα µε έντονη την παρουσία των εταιρειών ορυκτών καυσίµων.

Η COP29 διεξάγεται φέτος στο Μπακού του Αζερµπαϊτζάν, από τις 11 έως τις 22 Νοεµβρίου 2024, σε µια περίοδο που οι επιστήµονες λένε ότι οι συνεχείς εκποµπές διοξειδίου του άνθρακα σηµαίνουν ότι «το µέλλον της ανθρωπότητας κρέµεται από µια λεπτή γραµµή».

Ο ∆ιεθνής Οργανισµός Ενέργειας δήλωσε το 2021 ότι δεν πρέπει να υπάρξει νέα εκµετάλλευση ορυκτών καυσίµων εάν οι εκποµπές CO2 θα µειωθούν στο µηδέν µέχρι το 2050. Τα δύο τρίτα των παγκόσµιων εµπειρογνωµόνων ανησυχούν για τα ακραία καιρικά φαινόµενα το 2024. Πέρσι ήταν η θερµότερη χρονιά σε δεδοµένα παγκόσµιας θερµοκρασίας. Οι ζηµιές της κλιµατικής αλλαγής εκτιµάται ότι κοστίζουν ήδη εκατοντάδες δισεκατοµµύρια δολάρια ετησίως.

Ένα θέµα κυριαρχεί στη Σύνοδο Κορυφής: η χρηµατοδότηση για το κλίµα. Η χρηµατοδότηση για το κλίµα αναφέρεται στη χρηµατοδότηση που απαιτείται για να βοηθήσει τις χώρες µε χαµηλότερο εισόδηµα να µεταβούν σε οικονοµίες µηδενικών εκποµπών άνθρακα και να βοηθήσουν τις πληγείσες κοινότητες να προσαρµοστούν στις επιπτώσεις της κλιµατικής αλλαγής. Ένας κύριος στόχος της COP29 είναι να αυξήσει αυτή τη χρηµατοδότηση και να δηµιουργήσει έναν νέο στόχο για τη µελλοντική χρηµατοδότηση για το κλίµα.

Στη Συµφωνία του Παρισιού του 2015 καταγράφεται ότι «οι ανεπτυγµένες χώρες παρέχουν οικονοµικούς πόρους για να βοηθήσουν τα µέρη των αναπτυσσόµενων χωρών». Τα έθνη αποφάσισαν επίσης ότι πριν από το 2025 θα θέσουν έναν νέο συλλογικό στόχο µε κατώτατο όριο τα 100 δισεκατοµµύρια δολάρια ετησίως, λαµβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και τις προτεραιότητες των αναπτυσσόµενων χωρών. Πολλές εκτιµήσεις, όµως, δείχνουν ότι οι επενδυτικές ανάγκες αυτών των κρατών για αντιµετώπιση της κλιµατικής αλλαγής τα επόµενα χρόνια θα ανέλθουν σε τρισεκατοµµύρια δολάρια.

Οι διαπραγµατεύσεις για αυτόν τον «νέο συλλογικό ποσοτικό στόχο» (NCQG) τους τελευταίους µήνες έχουν αποκαλύψει τις βαθιές διαφορές στη διαδικασία του ΟΗΕ για το κλίµα.

Ένα από τα πιο αµφιλεγόµενα θέµατα στις διαπραγµατεύσεις του NCQG είναι εάν θα επεκταθεί ο κατάλογος των χωρών που πρέπει να συµµετέχουν στη χρηµατοδότηση. Τα κράτη του βορρά παγκοσµίως θεωρούν π.χ. ότι οι σχετικά πλούσιες, αναδυόµενες οικονοµίες, όπως η Κίνα και τα κράτη του Κόλπου, δεν µπορούν να έχουν ακόµη το καθεστώς αναπτυσσόµενης χώρας όπως όταν εντάχθηκαν στη διάσκεψη το 1992 και θα πρέπει να αρχίσουν να συνεισφέρουν επίσηµα υπό το καθεστώς του ΟΗΕ για το κλίµα.

Οι αναπτυσσόµενες χώρες από την πλευρά τους υποστηρίζουν ότι, αφού απέτυχαν να επιτύχουν τους στόχους χρηµατοδότησης για το κλίµα, οι ανεπτυγµένες χώρες προσπαθούν να µεταθέσουν τις ευθύνες τους.

Σήµερα µόνο 23 χώρες υποχρεούνται να παρέχουν χρηµατοδότηση για το κλίµα, συµπεριλαµβανοµένων της χωρών της ΕΕ, των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Αυστραλίας, του Καναδά και της Νέας Ζηλανδίας. Η ΕΕ πρέπει επίσης να παρέχει χρηµατοδότηση για το κλίµα, ανεξάρτητα από τα κονδύλια που παρέχουν τα κράτη-µέλη της (η Κύπρος µέχρι σήµερα δεν συµπεριλαµβάνεται).

Αν και η ανάγκη ουσιαστικών µέτρων και δεσµευτικών αποφάσεων γίνεται ολοένα και επιτακτικότερη, δυστυχώς, µε δεδοµένο και το ιστορικό των προηγούµενων COP, µάλλον δεν πρέπει να περιµένουµε πολλά από τη συνάντηση στο Μπακού.

Η Οµάδα της Αριστεράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει δηλώσει ότι θα σταθεί αλληλέγγυα µε τις κοινότητες που έχουν πληγεί περισσότερο από την κλιµατική κρίση, ζητώντας επείγουσα, µετασχηµατιστική δράση που να βασίζεται στη δικαιοσύνη και στη συστηµική αλλαγή. Τα ηµίµετρα και οι αόριστες δεσµεύσεις δεν είναι πλέον αποδεκτά.



Share This Article