Όσα και να γίνονται στα χαρτιά, χρειάζεται άλλα τόσα να γίνουν στην πράξη
Της Ελένης Κωνσταντίνου
Να είναι άραγε ανίκητη η έμφυλη βία, αυτό το «τέρας» που προκαλεί τρόμο σε χιλιάδες γυναίκες; Φέτος, για ακόμη μια φορά, με αφορμή την 25η Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, θα ακούσουμε αριθμούς και στατιστικά στοιχεία. Όμως αυτοί οι άψυχοι αριθμοί είναι μητέρες, κόρες, αδελφές, φίλες.
Στρατηγικές, σχέδια δράσης, νομοθεσίες που αφορούν την έμφυλη βία έχουμε. Όμως αυτά από μόνα τους δεν είναι αρκετά, αφού όσα και να γίνονται στα χαρτιά, χρειάζεται άλλα τόσα να γίνουν στην πράξη. Θα μένεις πάντα στον ίδιο παρονομαστή όταν έχεις υπηρεσίες που δεν συνεννοούνται μεταξύ τους, όταν έχεις θύματα που δεν βρίσκουν άμεση στήριξη, όταν έχεις διαδικασίες χρονοβόρες, όταν με λίγα λόγια η γραφειοκρατία επικρατεί ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις όπου η δράση και οι αποφάσεις θα πρέπει να είναι άμεσες.
Την ίδια ώρα όμως ελπίδα δίνουν οι τόσες και τόσες επιζήσασες της σωματικής, της ψυχολογικής, της λεκτικής βίας. Γυναίκες που κατάφεραν, ναι, να νικήσουν το «τέρας» παρά τις όποιες δυσκολίες.
Προβληματικό το δίπολο επιβολής νόμου-απόδοσης δικαιοσύνης
Το Γυναικείο Κίνημα της ΠΟΓΟ, με αφορμή την 25η Νοεμβρίου, επέλεξε να φέρει στο προσκήνιο τα κρίσιμα ζητήματα που σχετίζονται με την επιβολή του νόμου και την απονομή δικαιοσύνης, δύο πυλώνες καθοριστικής σημασίας για την προστασία των θυμάτων και την πρόληψη της βίας. Οι διαπιστώσεις και οι διεκδικήσεις της ΠΟΓΟ στηρίζονται στις εμπειρίες που έχουν οι ίδιες οι επιζώσες της έμφυλης βίας όταν αναζητήσουν προστασία και δικαιοσύνη έναντι των δραστών.
Όπως επισημαίνει η ΠΟΓΟ, η αδιάκοπη πρόσβαση στις αστυνομικές Αρχές και το δικαστικό σύστημα είναι αναφαίρετο δικαίωμα όλων των θυμάτων έμφυλης βίας, ιδιαίτερα αυτών που αντιμετωπίζουν πρόσθετες προκλήσεις και μεγαλύτερο κίνδυνο να βιώσουν κακοποίηση.
Μπλεγμένες σε γραφειοκρατικές διαδικασίες
Πολλές είναι οι γυναίκες που αποθαρρύνονται από το να καταγγείλουν τη βία, καθώς γνωρίζουν ότι θα βρεθούν αντιμέτωπες με στάσεις και συμπεριφορές που θα δημιουργήσουν νέες δυσκολίες στη ζωή τους.
Συχνά, κατά την καταγγελία, έρχονται αντιμέτωπες με πατριαρχικές αντιλήψεις και σεξιστικές συμπεριφορές από τις αστυνομικές Αρχές, που υποβαθμίζουν τη βία και δεν προχωρούν τις καταγγελίες, ενώ τεράστια καθυστέρηση παρατηρείται στην ολοκλήρωση των ερευνών. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις οι γυναίκες προτρέπονται από τις Αρχές να γυρίσουν πίσω στον δράστη.
Επισημαίνεται ότι οι αστυνομικές Αρχές τείνουν να δίνουν περισσότερο βάρος στην ενδοοικογενειακή βία και το βιασμό και πολύ λιγότερο, αν όχι καθόλου, σε άλλες μορφές βίας εκτός του πλαισίου της συντροφικής σχέσης, όπως η ψυχολογική βία, η παρενόχληση κ.α. Σημειώνεται ακόμη ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν εφαρμόζονται σωστά τα διατάγματα απομάκρυνσης των δραστών, με αποτέλεσμα να τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια ή ακόμη και η ζωή των θυμάτων, τα οποία αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το σπίτι τους.
Σημειώνεται ότι παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την εκπαίδευση των αστυνομικών σε θέματα βίας, οι προκαταλήψεις εξακολουθούν να κυριαρχούν επιτείνοντας την αδράνεια της Αστυνομίας σε ό,τι αφορά την καταγραφή περιστατικών βίας και τη λήψη μέτρων.
Πέρα από αυτά, τα θύματα αντιμετωπίζουν πολλές γραφειοκρατικές διαδικασίες. Για παράδειγμα, οι κακοποιημένες γυναίκες πρέπει να μεταβούν σε ένα καθορισμένο αστυνομικό τμήμα κάθε επαρχίας για να προβούν σε καταγγελία, αφού αυτό δεν γίνεται σε όλους τους αστυνομικούς σταθμούς. Αυτό είναι δύσκολο για γυναίκες που βρίσκονται σε ιδιαίτερα ευάλωτη κατάσταση λόγω της βίας που έχουν υποστεί και γίνεται δυσκολότερο για όσες βρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές και δεν έχουν το μέσο ή τους πόρους για να εξασφαλίσουν τη μετάβασή τους στα καθορισμένα σημεία, τα οποία βρίσκονται στο κέντρο των πόλεων.
Φτάνοντας στο αστυνομικό τμήμα οι κακοποιημένες αντιμετωπίζουν αφιλόξενες δομές και συχνά καλούνται να προχωρήσουν σε κατάθεση σε χώρους όπου δεν διασφαλίζεται η ιδιωτικότητά τους και η διαφύλαξη των προσωπικών τους δεδομένων. Σε πολλές περιπτώσεις τα ίδια τα αστυνομικά τμήματα εκφράζουν αδυναμία να ανταποκριθούν στις καταγγελίες λόγω υποστελέχωσης. Αυτό συμβαίνει συχνότερα στις περιπτώσεις που πρόκειται για μετανάστριες και ως εκ τούτου χρειάζεται διερμηνεία για τη λήψη της κατάθεσης.
Η ατιμωρησία στέλνει λανθασμένα μηνύματα
Αντίστοιχες αδυναμίες παρουσιάζονται και στο Δικαστικό Σύστημα. Όπως επισημαίνει το Γυναικείο Κίνημα της ΠΟΓΟ, η έλλειψη υποχρεωτικής τακτικής ενδοϋπηρεσιακής εκπαίδευσης και κατάρτισης των εισαγγελέων και των δικαστών σε ζητήματα έμφυλης βίας συντείνει στη διατήρηση πατριαρχικών και σεξιστικών αντιλήψεων, που οδηγεί ορισμένους δικαστές σε σεξιστικές συμπεριφορές και στην υποβάθμιση της βίας. Αυτές οι αντιλήψεις έχουν ως αποτέλεσμα δικαστικές αποφάσεις που κάθε άλλο παρά δικαιώνουν τις καταγγέλλουσες, ενώ η ατιμωρησία στέλνει λανθασμένα μηνύματα στους δράστες και στην κοινωνία.
Οι χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες οδηγούν στην ολοκλήρωση των δικαστικών υποθέσεων πολλά χρόνια μετά την καταγγελία, γεγονός που επιφέρει τεράστιες ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες στις επιβιώσασες, οι οποίες ζουν υπό το κράτος φόβου και διωγμού.
Λείπει η εξειδίκευση
Σημαντική παράμετρο σε αυτή τη διαδικασία αποτελεί επίσης το γεγονός ότι τα εγκληματολογικά στοιχεία μπορούν να ληφθούν μόνο σε νοσοκομειακό χώρο από ιατροδικαστή, υπό την προϋπόθεση ότι έγινε καταγγελία στην Αστυνομία, γεγονός που στερεί από τις κακοποιημένες που δεν αισθάνονται έτοιμες να καταγγείλουν τη βία στην Αστυνομία τη δυνατότητα να προσκομίσουν ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία σε κατοπινό στάδιο, όταν θελήσουν να καταγγείλουν το έγκλημα.
Επιπλέον, σε ολόκληρη τη χώρα υπάρχουν μόνο τέσσερις ιατροδικαστές, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων για όλους τους τύπους εγκλημάτων και δεν είναι εξειδικευμένοι σε περιπτώσεις βιασμού/σεξουαλικής βίας. Η έλλειψη εμπειρογνωμόνων συνεπάγεται συχνά μεγάλες περιόδους αναμονής, επιδεινώνοντας περαιτέρω το τραύμα. Σημειώνεται ακόμη ότι οι ιατροδικαστικές εξετάσεις γίνονται μόνο στη Λευκωσία, με αποτέλεσμα καταγγέλλουσες από άλλες επαρχίες να υπόκεινται τη διαδικασία μετακίνησης από μια επαρχία σε άλλη, στην ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Το γεγονός ότι 3 από τους 4 ιατροδικαστές είναι άντρες, για πολλές γυναίκες αποτελεί ένα πρόσθετο εμπόδιο.
Ένα άλλο μείον είναι σαφώς η ανεπαρκής συλλογή στατιστικών στοιχείων τόσο από την Αστυνομία όσο και από το δικαστικό σύστημα. Ως αποτέλεσμα, δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των καταγγελιών που λαμβάνει η Αστυνομία, τις έρευνες που ξεκινούν, τις απαγγελίες κατηγοριών και τις τελικές καταδίκες, πράγμα που καθιστά ακόμη δυσκολότερη την αξιολόγηση των διαδικασιών που ακολουθούνται και την επεξεργασία συντονισμένων και στοχευμένων ενεργειών για την πρόληψη και αντιμετώπιση της έμφυλης βίας.
Ακόμη, καταγράφεται η ανάγκη για ενίσχυση και εμβάθυνση των σχέσεων των εμπλεκόμενων φορέων (Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, ΜΚΟ, Υπηρεσίες Υγείας), έτσι ώστε να δημιουργείται ένα πλέγμα προστασίας γύρω από τα θύματα.
——————————————–
Η βία δεν κάνει διακρίσεις
Η βία κατά των γυναικών είναι η πιο διαδεδομένη και αποσιωπημένη μορφή βίας σε όλο τον πλανήτη. Αποτελεί σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Εμφανίζεται σε όλες τις κοινωνίες και κοινωνικές τάξεις και επηρεάζει γυναίκες κάθε ηλικίας, ανεξαρτήτως μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου.
Οι προκλήσεις και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες μέχρι να μπορέσουν να καταγγείλουν την κακοποίησή τους φαίνονται και μέσα από τις προσωπικές τους μαρτυρίες. Μαρτυρίες που ξεσκίζουν και τη δική μας καρδιά ακούγοντας τα πόσα υποφέρουν.
Τη σωματική βία ακολούθησε η σεξουαλική κακοποίηση
Η Κ. ήρθε στην Κύπρο για να εργαστεί γύρω στα 20 της. Λίγα χρόνια αργότερα παντρεύτηκε έναν Κύπριο. Μαζί απέκτησαν 3 παιδιά. Από την πρώτη ημέρα της σχέσης τους η Κ. έβλεπε σημάδια κακοποιητικής συμπεριφοράς. Ο μετέπειτα σύζυγός της ήθελε να ελέγχει όλα όσα αφορούσαν την Κ. Πού θα πάει, τι θα φορέσει, με ποιους θα συναναστραφεί. Αμέσως μετά το γάμο τους, ο σύζυγος της τ΄γς απαγόρευσε να εργάζεται και να οδηγεί.
Η Κ. βίωσε αυτό το μαρτύριο για πολλά χρόνια. Πολλές φορές σκέφτηκε να φύγει. Αλλά δεν είχε πού να πάει. Πέρα από τις άλλες μορφές βίας, έπρεπε να αντιμετωπίσει και την οικονομική βία. Το γεγονός ότι δεν εργαζόταν και η συνεπακόλουθη έλλειψη ακόμη και των ελάχιστων οικονομικών πόρων δεν της επέτρεπαν να ξεφύγει από το μαρτύριο που ζούσε.
Το ποτήρι ξεχείλισε όταν ο σύζυγός της πήρε τα παιδιά και έφυγε. Η Κ. δεν ήξερε ούτε πού ήταν τα παιδιά της, ούτε είχε τη δυνατότητα να τα δει. Στο μεταξύ, ο σύζυγός της εκφόβιζε συνεχώς την Κ., η οποία ένιωθε απειλή για τη ζωή της.
Αποφάσισε να καταγγείλει. Η ίδια δεν οδηγούσε και δεν είχε ούτε χρήματα για να πάει στον αστυνομικό σταθμό που δεχόταν τις καταγγελίες για την έμφυλη βία. Ο αστυνομικός σταθμός είναι στο κέντρο της πόλης. Η Κ. ζούσε σε ένα χωριό περίπου 40 λεπτά με το αυτοκίνητο από εκεί.
Ζήτησε βοήθεια από φίλες της. Φτάνοντας στον αστυνομικό σταθμό η Κ. βρέθηκε εκτεθειμένη σε ένα χώρο ο οποίος κάθε άλλο παρά προστάτευε την ιδιωτικότητά της. Μετά από αρκετή ώρα και ενώ η ίδια ήταν σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση, οι αρμόδιοι λειτουργοί τής ζήτησαν να φύγει και να επιστρέψει για να δώσει την κατάθεσή της σε 4 μέρες, γιατί εκείνη τη στιγμή το αστυνομικό τμήμα ήταν… υποστελεχωμένο.
Παρά τα εμπόδια κατάφερε να επιβιώσει
Το ίδιο καταστροφική με τη σωματική βία είναι και η ψυχολογική και λεκτική βία, μορφές βίας που συχνά υποτιμούνται τόσο από τις ίδιες τις κακοποιημένες αλλά και από τις Αρχές.
Όπως μας ανέφερε η Ε., χρειάστηκε πολύς καιρός μέχρι να παραδεχθεί ότι η καθημερινή ψυχολογική και λεκτική κακοποίηση είναι μια μορφή ενδοοικογενειακής βίας το ίδιο καταστροφική με τη σωματική. Γιατί μπορεί στο σώμα της να μην υπήρχαν σημάδια κακοποίησης, όμως από αυτά ήταν γεμάτη η ψυχή και το μυαλό της.
Μας περιγράφει ένα σπίτι-φυλακή, μια ζωή-φυλακή όπου δεν μπορούσε να ενεργήσει ή να εκφραστεί ελεύθερα. Πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού της κούρνιαζε ο φόβος μήπως και πει κάτι λάθος, μήπως και ρίξει μια λανθασμένη ματιά. Τυχαία άκουσε μια συζήτηση με ειδικούς με θέμα την ενδοοικογενειακή βία. Τότε άκουσε περιγραφές άλλων γυναικών που «κούμπωναν» με τη δική της ζωή, με όσα βίωνε και ξαφνικά αντιλήφθηκε ότι ήταν και αυτή κακοποιημένη γυναίκα.
Η διαδικασία της αποδοχής, του διαζυγίου, της επιμέλειας των παιδιών, της οικονομικής απεξάρτησης από τον κακοποιητή ήταν ακόμη ένας μεγάλος γολγοθάς που έπρεπε να διαβεί. Σήμερα νιώθει περήφανη για τον εαυτό της για το γεγονός ότι κατάφερε να σπάσει τα δεσμά και να επιζήσει. Ωστόσο μέσα από την ιστορία της μας δείχνει τα ταμπού που επικρατούν ακόμα, ιδιαίτερα όταν η βία δεν είναι σωματική.
«Μακριά από αυτόν τον άνθρωπο ένιωσα πως ξαναγεννήθηκα»
Για να επουλωθούν οι πληγές χρειάζονται δεκαετίες. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της Α., που πέραν των δέκα χρόνων επουλώνει πληγές. Μια γυναίκα που όταν την γνωρίσεις σου εκπέμπει δυναμικότητα και θετική ενέργεια, μια γυναίκα που το χαμόγελο είναι χαραγμένο στο πρόσωπό της. Αυτό ήταν και η δύναμή της για να μπορέσει να σταθεί ξανά στα πόδια της.
Η βία και στη δική της περίπτωση ήταν κλιμακούμενη. Λεκτική, ψυχολογική, σωματική, σεξουαλική. Και η Α. ήταν αντιμέτωπη με την οικονομική βία, αφού δεν της επιτρεπόταν να εργαστεί, ούτε να βγει έξω από το σπίτι χωρίς την άδεια του κακοποιητή της.
«Την πρώτη νύχτα που κοιμήθηκα εγώ και το παιδί μου μακριά από αυτόν τον άνθρωπο, ξύπνησα το πρωί και ένιωσα πως ξαναγεννήθηκα», μας ανάφερε κατά τη συνομιλία μας και τότε αντιλαμβάνεται ο καθένας το θάρρος που έχουν οι τόσες και τόσες γυναίκες που καταφέρνουν να ξεφύγουν και κυρίως να επιζήσουν του κακοποιητικού περιβάλλοντος.
ΕΝΘΕΤΟ 1
3.759 περιστατικά βίας μόνο μέσα στο 2023
∆υστυχώς, οι αριθμοί δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικοί, αφού χρόνο με το χρόνο παρουσιάζεται σημαντική αύξηση στα περιστατικά βίας. Βία λεκτική, ψυχολογική, σωματική, οικονομική, φονική.
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, περίπου το 35% των γυναικών παγκοσμίως έχουν υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία από τον σύντροφό τους ή από άλλο άτομο κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Επιπλέον, εκτιμάται ότι 137 γυναίκες δολοφονούνται καθημερινά από μέλη της οικογένειάς τους.
Τα τελευταία 15 χρόνια έχουν καταγραφεί στην Κύπρο πέραν των 40 γυναικοκτονιών. Η Αστυνομία Κύπρου έχει καταγράψει 3.010 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, ενώ ο Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια αναφέρει ότι το 2023 διαχειρίστηκε 3.759 περιστατικά βίας κατά των γυναικών και ενδοοικογενειακής βίας. Σημειώνεται ότι αυτά είναι τα περιστατικά τα οποία έχουν καταγγελθεί, αφού πολλά θύματα επιλέγουν τη σιωπή και δεν προχωρούν σε καταγγελίες. Οι γυναίκες αυτές χρειάζονται ενθάρρυνση από το περιβάλλον τους, που συχνά γνωρίζει για τη βία που ασκείται, ώστε να βρουν τη δύναμη να μιλήσουν. Από το 1994 ο Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΠΑΒΟ) λειτουργεί τη γραμμή βοήθειας 1440, όπου μπορούν να αποταθούν τα άτομα που αντιμετωπίζουν βία. Ο ΣΠΑΒΟ λειτουργεί και χώρους φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών και των παιδιών τους.
ΕΝΘΕΤΟ 2
Τραγική η εικόνα με τις γυναικοκτονίες στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι κάτι παραπάνω από τραγική σε ό,τι αφορά την έμφυλη βία και ιδιαίτερα τις γυναικοκτονίες. 180 γυναικοκτονίες από το 2010 μέχρι και σήμερα. Πρόσφατα, παρακολουθώντας την κυρία Αλεξάνδρα Μάκου να μιλά για το θέμα των γυναικοκτονιών στην Ελλάδα, πραγματικά ένιωθες ότι είναι τόσα πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν. Τραγική ειρωνεία είναι ότι καλέστηκε να μιλήσει για το θέμα αυτό αφού ένα από τα τελευταία θύματα στην Ελλάδα είναι συνονόματη με τη θυγατέρα της, Γαρυφαλλιά Ψαράκου, που δολοφονήθηκε από τον σύντροφό της το 2021 κατά τη διάρκεια των διακοπών τους στη Φολέγανδρο.
Ο δράστης ομολόγησε το έγκλημά του λέγοντας πως «χάλασε η φάση», ενώ η ιατροδικαστική έκθεση έδειξε πως προτού καταλήξει η Γαρυφαλλιά, την έσπρωξε από τα βράχια και την πέταξε στη θάλασσα. Με αφορμή τη δολοφονία της Γαρυφαλλιάς και 17 γυναικοκτονίες που συγκλόνισαν την Ελλάδα το 2021 ιδρύθηκε ο ΜΚΟ «Γίνε Άνθρωπος», που έχει ως στόχο την ενημέρωση και επαγρύπνηση της κοινωνίας.