Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι έτοιμη στο μέτρο του δυνατού να προχωρήσει στη δίωξη όσων σφετερίζονται περιουσίες στα κατεχόμενα, ανέφερε ο Υπουργός Εξωτερικών, Κωνσταντίνος Κόμπος, κάνοντας λόγο και για εμπλοκή Ευρωπαίων πολιτών στην προώθηση αυτών των πρακτικών, σε οπτικογραφημένο μήνυμα του σε εκδήλωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με θέμα την παράνομη εκμετάλλευση ελληνοκυπριακών περιουσιών, στην οποία μίλησαν επίσης ο ακτιβιστής και πρόεδρος της «Ένωσης Κυπρίων» Οζ Καραχάν, και ο κοινωνιολόγος και δημοσιογράφος της εφημερίδας «Avrupa», Αζίζ Σάχ.
Ο κ. Κόμπος αναφέρθηκε επίσης στις διασυνδέσεις μεταξύ της παράνομης εκμετάλλευσης περιουσιών στα κατεχόμενα με εγκληματικές δραστηριότητες και την καταστρατήγηση ευρωπαϊκών και διεθνών κυρώσεων , ενώ οι Καραχάν και Σαχ αναφέρθηκαν εκτενώς σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και εταιρίες.
Κατά την έναρξη της εκδήλωσης, η οποία διοργανώθηκε με πρωτοβουλία του Κύπριου Eυρωβουλευτή Κώστα Μαυρίδη (ΔΗΚΟ, S&D) με θέμα τον «Σφετερισμό των περιουσιών στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου», ο κ. Μαυρίδης σημείωσε πως είναι η πρώτη φορά που το θέμα συζητείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Στο μήνυμά του, ο κ. Κόμπος αναφέρθηκε στο νομικό πλαίσιο εντός του οποίου κινείται η Κυπριακή Δημοκρατία με ποινικές διώξεις εναντίον σφετεριστών ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα, αναφέροντας ότι η Τουρκία εφαρμόζει μια πολυδιάστατη προσέγγιση για να καθιερώσει μόνιμα την παρουσία της στην Κύπρο, μεταξύ άλλων μέσω της «ενεργού προώθησης της αγοράς, μεταφοράς και εκμετάλλευσης» ε/κ περιουσιών στα κατεχόμενα, αψηφώντας τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ.
Η πρακτική αυτή σήμερα συνεχίζεται σε μεγάλη κλίμακα, με προσπάθεια για εξάλειψη του περιουσιακού μέσω “property cleansing”, όπως ανέφερε.
Μάλιστα, ο κ. Κόμπος επεσήμανε πως πρόκειται για μια ευρύτερη πολιτική της Τουρκίας, παραπέμποντας στην οικοδόμηση «κοινωνικών κατοικιών» κυρίως σε ε/κ περιουσίες, τις σχετικές δηλώσεις Ερντογάν για κατασκευή οικιστικών μονάδων στην κατεχόμενη Κάτω Δερύνεια, και την πρόθεση για άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων σε επενδυτές.
Ο κ. Κόμπος σημείωσε πως δυστυχώς «υπάρχει ενεργός εμπλοκή πολλών Ευρωπαίων πολιτών σε αυτή την παράνομη και δόλια οικονομική αλυσίδα που δημιούργησε η Τουρκία και οι υποκείμενες σε αυτήν αρχές», προσθέτοντας πως σε κράτη μέλη της ΕΕ υπάρχουν ιστοσελίδες και πράκτορες αγοραπωλησιών που προωθούν την πώληση ή ενοικίαση ε/κ περιουσιών στα κατεχόμενα, ενώ εκθέσεις ακίνητης γης φιλοξενούν εταιρίες που εμπλέκονται σε αυτές τις δραστηριότητες.
Τόνισε πως η ανοχή τέτοιων ενεργειών παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, ενώ επεσήμανε πως η συγκεκριμένη τουρκική πολιτική «είναι άρρηκτα συνδεδεμένη, σύμφωνα με πολλές αναφορές στα ΜΜΕ, με την καταστρατήγηση κυρώσεων και ξέπλυμα χρήματος», καθώς εκατομμύρια ευρώ διοχετεύονται στα κατεχόμενα από εταιρίες και πρόσωπα που θέλουν να παρακάμψουν ευρωπαϊκές και διεθνείς κυρώσεις.
Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνέχισε, «είναι αποφασισμένη να λάβει όλα εκείνα τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη του στόχου της προστασίας και της αποκατάστασης των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των εκτοπισθέντων». Για αυτό, συνέχισε, «οι αρχές επιβολής της κείμενης νομοθεσίας, στο μέτρο του δυνατού, εργάζονται εντατικά για να προσαχθούν στη δικαιοσύνη όσοι σφετερίζονται τις περιουσίες του λαού μας».
Προς τούτο, υπογράμμισε τις ευθύνες όλων των κρατών μελών στο να στηρίξουν την προστασία και την εφαρμογή του συναφούς νομικού πλαισίου, καλώντας επίσης τα μέλη του Ευρωκοινοβουλίου να υποστηρίξουν την προσπάθεια αυτή.
Στην παρέμβασή του, ο κ. Καραχάν ανέφερε πως η παράνομη χρήση περιουσιών στα κατεχόμενα δεν αποτελεί μόνο μια «προσωπική υπόθεση» Κύπριων πολιτών, αλλά μια «εγκληματική συνομωσία». Αναφέρθηκε στην υπόθεση Κουρσάτ, ο οποίος συνελήφθη στην Ιταλία, και τις διασυνδέσεις του με τον διακινητή ναρκωτικών Γκάρι Ρομπ, προσθέτοντας πως τον Φεβρουάριο η Ένωση Κυπρίων και το Κόμμα Οικολόγων ζήτησαν από την κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας να κάνει βήματα κατά των σφετεριστών.
Σύμφωνα με τον κ. Καραχάν, το κλείσιμο της υπόθεσης Κουρσάτ είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας στα κατεχόμενα, και επεσήμανε μεταξύ άλλων πως εταιρίες που έχουν τη βάση τους σε χώρες της ΕΕ, όπως οι Κάτω Χώρες και η Γερμανία, συνεχίζουν να διαφημίζουν παράνομες πωλήσεις, ενώ τουρκικές και ισραηλινές κατασκευαστικές προωθούν τις πωλήσεις αυτές στην αγορά της ΕΕ. Συνέδεσε ακόμα την παράνομη πώληση με τη συνεχιζόμενη μείωση των Τουρκοκυπρίων στα κατεχόμενα και την αύξηση του πληθυσμού με προέλευση την Τουρκία, ενώ αναφέρθηκε και στις πληροφορίες που θέλουν τον Πρόεδρο του Ισραήλ να ζήτησε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την απελευθέρωση του κατηγορούμενου για σφετερισμό Σάιμον Αϊκούτ.
Ανέφερε ακόμα πως τον Αύγουστο του 2024, η Ένωση Κυπρίων δημοσιοποίησε τα ονόματα εταιριών που εμπλέκονται σε παράνομες αγοραπωλησίες και των ιδιοκτητών τους, εκφράζοντας την προσδοκία όπως η Κυπριακή Δημοκρατία και οι θεσμοί της ΕΕ αναλάβουν συγκεκριμένη δράση κατά των εγκληματικών δραστηριοτήτων των τελευταίων 50 ετών. Χαρακτήρισε επίσης λανθασμένη τη θέση πως το πρόβλημα αυτό θα λυθεί με τη λύση του Κυπριακού, καθώς το Κυπριακό είναι ζήτημα κατοχής και εποικισμού όπως είπε.
Ο κ. Σαχ αναφέρθηκε στη διασύνδεση μεταξύ του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος με τον σφετερισμό περιουσιών, καθώς και στο ότι δημοσιογραφική έρευνα στην Κύπρο έχει καταγράψει την παράνομη διακίνηση ανθρώπων μέσω κατασκευαστικών εταιριών, ενώ έκανε έκτενή αναφορά στην υπόθεση του Αϊκούτ (πολίτη του Ισραήλ, της Τουρκίας και της Πορτογαλίας) και στις διώξεις και άλλων προσώπων, μεταξύ τους από την Ουγγαρία και τη Γερμανία.
Όπως εξήγησε, η παράνομη πώληση ελληνοκυπριακών περιουσιών στην Κύπρο επηρεάζει και τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, και αποτελεί σοβαρό υπερεθνικό έγκλημα που αφορά την ΕΕ, ενώ αναφέρθηκε σε ομοιότητες με την παράνομη δημιουργία οικισμών στη Δυτική Όχθη που προωθούνται από ευρωπαϊκές εταιρίες.
Σύμφωνα με τον κ. Σαχ, η πολιτική που ακολουθεί η Τουρκία σε σχέση με τις περιουσίες έχει ως στόχο την υπόσκαψη της όποιας λύσης με βάση τις αρχές του δικαίου της ΕΕ, αναφερόμενος στην πολιτική εποικισμού της δεκαετίας του 1970, καθώς και την ένταση της οικοδομικής δραστηριότητας τις επόμενες δεκαετίες. Πρόσθεσε πως η «επιτροπή ακίνητης περιουσίας» της Τουρκίας στα κατεχόμενα οδηγεί σε εντατικοποίηση των σφετερισμών.
Ο κ. Μαυρίδης ανέφερε καταληκτικά πως αρκετά στοιχεία για την πρακτική του σφετερισμού περιουσιών στα κατεχόμενα, μεταξύ άλλων και διαβαθμισμένα έγγραφα, «καταδεικνύουν οργανωμένο ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και αδράνεια συγκεκριμένων αξιωματούχων της ΕΕ». Σύμφωνα με τον κ. Μαυρίδη η υπόθεση εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) προς τον οποίο θα διαβιβαστούν τα σχετικά στοιχεία.