- Τα χρήματα της προγραμματικής περιόδου 2014-2020 δεν διατέθηκαν στην ώρα τους και δόθηκαν τελευταία στιγμή για να γίνουν μη αναπτυξιακές και μη πράσινες υποδομές
- Παρακολουθούμε αποσπασματικές πολιτικές και χρηματοδοτήσεις, οι οποίες ωστόσο επειδή δεν εντάσσονται σε ένα ευρύτερο σχέδιο, δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα
- Το πρώτο σχέδιο δράσης εκπονήθηκε το 2016 και από τότε δεν γνωρίζουμε τι υλοποιήθηκε και τι όχι
Μετά τα αποτελέσματα της έρευνας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για το κλίμα, η οποία έδειξε πως η πλειοψηφία των Κυπρίων αναγνωρίζουν την ανάγκη να προσαρμόσουν τον τρόπο ζωής τους στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, μέσω του Τμήματος Περιβάλλοντος, δρομολογεί αναθεώρηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή.
Ανάμεσα σ’ άλλα, η αναθεωρημένη στρατηγική περιλαμβάνει αναλυτική αξιολόγηση κλιματικού κινδύνου και τρωτότητας, η οποία ανέδειξε τους κύριους κλιματικούς κινδύνους σε 15 τομείς, όπως η γεωργία, η βιοποικιλότητα και η διαχείριση των υδάτων. Ωστόσο, τίθενται δύο βασικά ερωτήματα: πόσο ουσιαστική είναι αυτή κίνηση – πρωτοβουλία και από πότε αναθεωρούνται οι Εθνικές Στρατηγικές για το Κλίμα;
Του Κυριάκου Λοΐζου
Η συζήτηση για το πώς επηρεάζεται η Κύπρος από την κλιματική κρίση γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και έχει πλέον εμπεδωθεί πως εξαιτίας της θέσης μας βρισκόμαστε ανάμεσα στις περιοχές υψηλού κινδύνου τις αμέσως επόμενες δεκαετίες. Στρατηγικές και χρηματοδοτήσεις, όχι μόνο δεν απέφεραν καρπούς, αλλά αντιθέτως η Κύπρος βρίσκεται συχνά αντιμέτωπη με διαδικασίες επί παραβάσει για τις δεσμεύσεις που πρέπει να τηρήσει για το Κλίμα.
Το σημαντικό είναι να έχουμε στρατηγικούς στόχους, οι οποίοι θα συνοδεύονται από action plans (σχέδια δράσης) και να παρακολουθείται κατά πόσον αυτές οι δράσεις υλοποιούνται και με ποιο αποτέλεσμα, αναφέρει στη «Χαραυγή» η Δρ Ξένια Λοϊζίδου, ειδική για τα Θέματα Κλίματος, τονίζοντας πως αυτή διαδικασία δεν εφαρμόζεται στην Κύπρο.
Σε ό,τι αφορά την εν λόγω αναθεώρηση της Εθνικής Στρατηγικής για το Κλίμα, λέει πως η αναθεώρηση κάθε τόσο απλώς «γεμίζει» ένα κουτάκι στις νομικές μας υποχρεώσεις στην Ευρώπη, ενώ, εξηγεί η κα Λοϊζίδου, αυτό που δεν βλέπουμε είναι οργανωμένες, συνολικές δράσεις. «Παρακολουθούμε κάποιες αποσπασματικές πολιτικές και χρηματοδοτήσεις, οι οποίες, ωστόσο, επειδή δεν εντάσσονται σε ένα ευρύτερο σχέδιο, δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα. Στα πλαίσια του Ταμείου Ανασυγκρότησης για την περίοδο 2021-2027, στα 1,2 δισ. ευρώ που μας δόθηκαν, τα 700 εκατ. έπρεπε να δαπανηθούν για δράσεις και υποδομές για ενίσχυση της γεωργίας, της βιομηχανίας και όλης της οικονομικής δραστηριότητας, ανάμεσα σ’ αυτά και η πράσινη μετάβαση, την ασπίδα που δημιουργούμε στις χώρες μας ενάντια στην κλιματική κρίση», υπογραμμίζει και επισημαίνει ότι βρισκόμαστε κοντά στο 2025 και ακόμη κάνουμε λόγο για «αναθεώρηση της Στρατηγικής για το Κλίμα». «Σκεφτείτε, πόσω μάλλον για τα σχέδια δράσης που πρέπει να ξεκινήσουν και να υλοποιηθούν μέχρι το 2027, δηλαδή σε δύο χρόνια».
Αυτό, υποδεικνύει η επιστήμονας, είναι αδύνατο να συμβεί και ως εκ τούτου θα χάσουμε και αυτή την προγραμματική περίοδο, και στο τέλος του 2026 θα ξεκινήσουν αυτά τα χρήματα να διατίθενται σε αμφιβόλου ανάγκης έργα, μη αναπτυξιακά, όπως είναι δρόμοι, τσιμεντένιες πλατείες κ.ά. «Αυτό συμβαίνει γιατί τα χρήματα της προγραμματικής περιόδου 2014-2020 δεν διατέθηκαν στην ώρα τους και δόθηκαν τελευταία στιγμή για να γίνουν μη αναπτυξιακές και μη πράσινες υποδομές», τονίζει η Ξένια Λοϊζίδου.
Κληθείσα να σχολιάσει την αναφορά του Υπουργείου Περιβάλλοντος ότι κάθε δύο χρόνια προβλέπεται να δημοσιεύονται εκθέσεις προόδου και ότι η στρατηγική θα αξιολογείται κάθε έξι χρόνια, η ειδική για το Θέματα Κλίματος σημειώνει πως αυτά είναι κυρίως για το θεαθήναι, «αν σκεφτεί κανείς ότι το πρώτο σχέδιο δράσης εκπονήθηκε το 2016 και από τότε δεν γνωρίζουμε τι υλοποιήθηκε και τι όχι».
Επιπρόσθετα, αναφέρει πως έχουμε δεσμευτεί να κάνουμε πολλά πράγματα για τη βιοποικιλότητα, από τότε που ξεκίνησε η Ευρώπη να μιλά για την προστασία της βιοποικιλότητας. Αν πάρουμε τη Σύμβαση της Βαρκελώνης (για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα), όπως λέει, είχαμε αυτή την υποχρέωση από τη δεκαετία του 1980. «Είναι λυπηρό το γεγονός πως κάθε δύο χρόνια, το μόνο που κάνουν είναι να αναθεωρούν τη Στρατηγική για το Κλίμα, διότι δεν υπάρχουν και τα σχέδια δράσης που θα έπρεπε να συνοδεύουν την εκάστοτε στρατηγική».
Σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των μέτρων, κατά την οποία, έτσι όπως αναφέρει η έκθεση της αναθεώρησης, θα υποστηριχθεί από πολυεπίπεδες πηγές χρηματοδότησης, όπως ευρωπαϊκά κονδύλια, τον εθνικό προϋπολογισμό και ιδιωτικές επενδύσεις, η κα Λοϊζίδου σχολιάζει καταληκτικά πως αυτό σημαίνει ότι για τα επόμενα δύο χρόνια θα ψάχνουμε χρηματοδότηση.
Από πλευράς του ο λειτουργός Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ιδρύματος προστασίας του περιβάλλοντος Terra Cypria, Κλείτος Παπαστυλιανού, αναφέρει σχετικά πως η Κυπριακή Δημοκρατία έχει καθυστερήσει να αναθεωρήσει τόσο την εθνική στρατηγική για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, όσο και το εθνικό σχέδιο δράσης για την απερήμωση (ερημοποίηση), ενώ την ίδια στιγμή έχει λάβει πολύ πρόσφατα προειδοποιητική επιστολή στα πλαίσια μιας νέας διαδικασίας επί παραβάσει για την καθυστέρηση υποβολής του εθνικού σχεδίου δράσης για την ενέργεια και το κλίμα. Όπως εξηγεί, στρατηγικά αυτά τα έγγραφα είναι αλληλένδετα και θα πρέπει να συναξιολογηθούν ενιαία και ολοκληρωμένα, ειδικά το σχέδιο που αφορά την κλιματική αλλαγή.
«Η αναθεώρηση ορθά περιλαμβάνει διαφόρους τομείς διότι χρειάζεται μια διαθεματική και επιστημονική προσέγγιση στην ανάληψη δράσης, ωστόσο μένει να δούμε τη συνέχεια», τονίζει.
Αξίζει να σημειωθεί πως η Κύπρος βρίσκεται συχνά στο μάτι του κυκλώνα για τις παραβάσεις που αφορούν το κλίμα και συγκεκριμένα τα σχέδια δράσης για προσαρμογή στις ευρωπαϊκές οδηγίες.
Χρήση ανακτημένου νερού και πιλοτικά έργα αφαλάτωσης με ανανεώσιμες πηγές
Ορισμένα από τα κυριότερα μέτρα που προωθούνται μέσω της αναθεώρησης για τη γεωργία, σύμφωνα με το Υπουργείο, περιλαμβάνουν τη χρήση ανακτημένου νερού και πιλοτικά έργα αφαλάτωσης με ανανεώσιμες πηγές.
Για τη βιοποικιλότητα, αναφέρεται, προνοείται η δημιουργία βάσεων δεδομένων για την παρακολούθηση ειδών και προστασία των οικοτόπων. Για την πολιτιστική κληρονομιά, προστίθεται, προνοείται η ενίσχυση της προστασίας ιστορικών μνημείων και ανάπτυξη σχεδίων συντήρησης. Για τη διαχείριση υδάτων, συμπληρώνεται, προβλέπεται ανάπτυξη δικτύων διανομής ανακτημένου νερού και αφαλάτωση με ανανεώσιμες πηγές. Για τη δημόσια υγεία προβλέπεται συγκρότηση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για ακραία καιρικά φαινόμενα. Για τον τουρισμό, αναφέρεται, «προβλέπεται η προστασία των παράκτιων περιοχών από τη διάβρωση και διαχείριση των περιβαλλοντικών κινδύνων, με στόχο τη βιωσιμότητα των τουριστικών υποδομών». Για τις υποδομές προωθείται η ανθεκτικότητα κτιρίων και υποδομών μέσω σχεδιασμού που προστατεύει από ακραία φαινόμενα, καθώς και επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες για υλικά και δομές που αντέχουν στις κλιματικές πιέσεις.
«Η αναθεωρημένη στρατηγική θα περιλαμβάνει συγκεκριμένο Εθνικό Σχέδιο Δράσης με καθορισμένους δείκτες, συστήματα παρακολούθησης και αξιολόγησης, διασφαλίζοντας ότι η πρόοδος θα παρακολουθείται τακτικά και θα προσαρμόζεται βάσει των αναγκών», σημειώνεται.
Κάθε δύο χρόνια, αναφέρεται, «προβλέπεται να δημοσιεύονται εκθέσεις προόδου, ενώ η στρατηγική θα αξιολογείται κάθε έξι χρόνια».