Δύο ρήτρες, οι οποίες παρεισέφρησαν στις συμφωνίες που συνομολογήθηκαν από την κυβέρνηση του Νίκου Αναστασιάδη και του ΔΗΣΥ, και αφορούν την ανάθεση των εμπορικών δραστηριοτήτων στο λιμάνι της Λεμεσού σε ιδιώτες διαχειριστές, συνεχίζουν εννέα χρόνια μετά να στοιχειώνουν και το λιμάνι της Λεμεσού και το λιμάνι της Λάρνακας.
Η πρώτη ρήτρα -η οποία από την αρχή χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως περίεργη, αλλά διατηρήθηκε από την κυβέρνηση του Νίκου Αναστασιάδη και του ΔΗΣΥ και συνεχίζει να εφαρμόζεται και από την κυβέρνηση του Νίκου Χριστοδουλίδη- αφορά την καταβολή αποζημιώσεων από το κράτος προς τους ιδιώτες διαχειριστές στο λιμάνι της Λεμεσού, σε περίπτωση που η εξυπηρέτηση στο λιμάνι της Λάρνακας ξεπερνά τις 900 χιλιάδες τόνους φορτίου το χρόνο.
Όπως αναφέρεται σε σημείωμα της Αρχής Λιμένων -το οποίο κατατέθηκε στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής με αφορμή τη συζήτηση του προϋπολογισμού της Αρχής για το 2025 και σε απάντηση σε ερωτήματα τα οποία τέθηκαν από μέλη της Επιτροπής– μέχρι στιγμής πληρώθηκαν 9,8 εκατ. ευρώ για τον πιο πάνω σκοπό: 6,5 εκατ. ευρώ (περιλαμβανομένων των τόκων) σε αποζημιώσεις προς τους ιδιώτες διαχειριστές στο λιμάνι της Λεμεσού και 3,3 εκατ. ευρώ σε δικηγορικά έξοδα, με βάση απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου. Σημειώνεται, μάλιστα, ότι το πιο πάνω ποσό αφορά μόνο τα πρώτα πέντε χρόνια (2017-2021) και όχι το σύνολο της περιόδου.
Όπως αναφέρεται, «επί του παρόντος γίνεται διαβούλευση με τον διαχειριστή, ώστε να βρεθεί κατάλληλος μηχανισμός για υπολογισμό των αποζημιώσεων ανά έτος στη βάση της απόφασης της Διαιτησίας. Μετά τη συμφωνία μηχανισμού αποζημίωσης θα υπολογιστούν και τα ποσά για αποζημίωση για τα έτη 2022 μέχρι σήμερα και για τα επόμενα χρόνια στις περιπτώσεις που η Λάρνακα ξεπερνά το όριο του φορτίου», προστίθεται.
Αναφέρεται ακόμη ότι: «Αυτή τη στιγμή δεν εφαρμόζεται οποιοσδήποτε περιορισμός στο φορτίο που διαχειρίζεται το λιμάνι Λάρνακας. Η υποχρέωση του κράτους είναι προς τον διαχειριστή του Τερματικού Γενικού Εμπορίου του λιμανιού Λεμεσού στη βάση της απόφασης από τη Διαιτησία κάθε φορά που ξεπερνά το εν λόγω όριο το λιμάνι Λάρνακας. Σημειώνεται ότι το όριο αυτό αυξάνεται με το ρυθμό αύξησης της οικονομίας και ως εκ τούτου δεν είναι σταθερό κάθε χρόνο».
Αυξήσεις 50% στις χρεώσεις
Η δεύτερη ρήτρα που παρεισέφρησε στις συμφωνίες που συνομολογήθηκαν –και η οποία επίσης χαρακτηρίστηκε από την αρχή από πολλούς ως περίεργη, αλλά διατηρήθηκε από την κυβέρνηση του Νίκου Αναστασιάδη και του ΔΗΣΥ και συνεχίζει να εφαρμόζεται και από την κυβέρνηση του Νίκου Χριστοδουλίδη– αφορά την αύξηση των χρεώσεων με βάση τον Δείκτη Τιμών Παραγωγού στη Βιομηχανία.
Σύμφωνα με το σημείωμα το οποίο κατατέθηκε από την Αρχή Λιμένων στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής, «μέχρι το 2022 οι χρεώσεις είχαν αυξηθεί σταδιακά, με τη συνολική αύξηση των χρεώσεων να ανέρχεται περίπου σε ποσοστά που κυμαίνονταν μεταξύ 39 – 47%, ανάλογα της χρέωσης των τιμών του 2015».
Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη ρήτρα χαρακτηρίστηκε ως προβληματική και από την Ελεγκτική Υπηρεσία, η οποία σε έκθεσή της επεσήμανε ότι την περίοδο που έγιναν οι ιδιωτικοποιήσεις των κερδοφόρων εργασιών στο λιμάνι, επιβλήθηκαν αυξήσεις στο 40% των ταριφών.
Επισημαίνεται επίσης ότι για τα δύο πιο πάνω ζητήματα, καθώς και άλλα θέματα τα οποία αναδείχθηκαν μέσα από την έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, έστειλε επιστολή προς τον Γενικό Εισαγγελέα, Γιώργο Σαββίδη, για τη διερεύνησή τους. Παρά ταύτα, ο Γενικός Εισαγγελέας σε απαντητική του επιστολή τον Μάρτιο του 2022 διαβεβαίωσε τα ακόλουθα: «Από τη μελέτη όλων αυτών των εγγράφων δεν προκύπτει οτιδήποτε που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την έναρξη ποινικής διερεύνησης για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα».
Σύμφωνα με το σημείωμα της Αρχής Λιμένων, «στο παρελθόν είχαν γίνει πάρα πολλές προσπάθειες προς τους διαχειριστές για διατήρηση των ρυθμιζόμενων χρεώσεων σε χαμηλότερα επίπεδα ή/και τροποποίηση της ίδιας της σύμβασης παραχώρησης (με την οποία έγιναν οι ιδιωτικοποιήσεις στο λιμάνι της Λεμεσού), πράγμα που δεν έγινε αποδεκτό από τους διαχειριστές». Αναφέρεται επίσης ότι: «Σύσταση τότε από τη Νομική Υπηρεσία ήταν ότι μόνο μετά από συμφωνία με τους διαχειριστές θα μπορούσε να τροποποιηθεί ο τρόπος και η μέθοδος υπολογισμού των αυξήσεων, αφού αποτελεί όρο της σύμβασης παραχώρησης».
Θετική αποτίμηση από την Αρχή Λιμένων
Παρά τα σοβαρά προβλήματα τα οποία έχουν προκύψει λόγω των μεγάλων αυξήσεων που έχουν επιβληθεί στις χρεώσεις στο λιμάνι της Λεμεσού, αλλά και το πλαφόν το οποίο έχει επιβληθεί στο λιμάνι της Λάρνακας, η Αρχή Λιμένων αποτιμά θετικά τη συμφωνία που συνομολογήθηκε για την ανάθεση των εμπορικών δραστηριοτήτων στο λιμάνι της Λεμεσού σε ιδιώτες διαχειριστές.
Όπως αναφέρεται, τα συνολικά έσοδα για το κράτος ανέρχονται σε 448 εκατ. ευρώ. Αναφέρεται επίσης ότι: «Τόσο τα έσοδα του κράτους όσο και ο όγκος του φορτίου/ποσότητα εμπορευματοκιβωτίων, αριθμός πλοίων, αυξάνονται χρόνο με το χρόνο, ανεξάρτητα από την αύξηση των χρεώσεων, με εξαίρεση έτη κατά τα οποία υπήρξε επηρεασμός είτε λόγω covid είτε λόγω του πολέμου στην Ουκρανία ή (κυρίως για τις κρουαζιέρες) του πολέμου στο Ισραήλ». Αναφέρεται επίσης ότι με την ανάληψη των εργασιών στο λιμάνι από τις τρεις διαχειρίστριες εταιρείες «έχουν παρατηρηθεί πολύ θετικά αποτελέσματα στον τρόπο και το ρυθμό εξυπηρέτησης πλοίων και φορτίων σε θέματα συντονισμού καθώς και σε σχέση με θέματα ασφάλειας, υγείας και προστασίας του λιμανιού. Επιπλέον, έχουν γίνει πολλές επενδύσεις σε ό,τι αφορά εξοπλισμό καθώς και σε τεχνολογική αναβάθμιση του λιμανιού, χωρίς να προκύψει ανάγκη δαπάνης από το κράτος. Τέλος, παρατηρείται αύξηση των εσόδων του κράτους».
Σύμφωνα με την Αρχή Λιμένων, «υπήρξαν κάποιες δυσκολίες κατά την πρώτη περίοδο που ανέλαβαν οι διαχειριστές και μέχρι την προσαρμογή στα νέα δεδομένα, τόσο από πλευράς των διαχειριστών όσο και από πλευράς χρηστών του λιμανιού, οι οποίες έχουν πλέον αντιμετωπιστεί».