Μειωμένες οι πιθανότητες θετικής κατάληξης της άτυπης πολυμερούς για το Κυπριακό

10 Min Read


Υπάρχει προοπτική επιτυχίας της άτυπης πενταμερούς διάσκεψης για το Κυπριακό; Η μακροχρόνια στασιμότητα έχει επηρεάσει το ενδιαφέρον των πολιτών στις δύο κοινότητες ως προς το Kυπριακό; Σε ποια από τις δύο κοινότητες επιδεικνύεται μεγαλύτερη επιθυμία για λύση;

Σε αυτά τα ερωτήματα κλήθηκαν να απαντήσουν από τη «Χαραυγή» τρεις άνθρωποι που ασχολούνται επιστάμενα με το Kυπριακό και μελετούν επί χρόνια τις εξελίξεις.

Του Μιχάλη Μιχαήλ

Όλοι περιμένουν την πραγµατοποίη­ση της άτυπης πενταµερούς διάσκεψης για το Κυπριακό που αναµένεται να γί­νει µετά το δεύτερο δεκαπενθήµερο του Μαρτίου στη Γενεύη. Οι προσδοκίες χαµηλές και τα ερωτήµατα πολλά.

Στα ερωτήµατα αυτά προσπάθησε η «Χαραυγή» να δώσει απαντήσεις µε τη βοήθεια του αναπληρωτή Καθηγητή Διε­θνούς Δικαίου και Δικαίου Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων στο Πανεπιστήµιο Κύπρου, Αριστείδη Κωνσταντινίδη, του Καθηγητή στο Τµήµα Ψυχολογίας του Πανεπιστηµί­ου Κύπρου, Χάρη Ψάλτη και του πολιτι­κού αναλυτή Χριστόφορου Χριστοφόρου.

Προβληματισμός από την πολιτική Τραμπ

Σε ό,τι αφορά το πρώτο ερώτηµα και οι τρεις διατηρούν πολλές επιφυλάξεις ως προς το αποτέλεσµα της συνάντησης.

Συγκεκριµένα, ο κ. Κωνσταντινίδης δεν αναµένει να υπάρξει επιτυχία της δι­άσκεψης «υπό την έννοια της προσέγγι­σης των δύο κοινοτήτων σε σύµπνοια ως προς την οµοσπονδιακή λύση και έναρξη των διαπραγµατεύσεων, και µάλιστα από κει που µείναµε στο Κραν Μοντανά, που είναι η επίσηµη θέση της πλευράς µας». Αναµένει τις εκλογές στην τ/κ κοινότητα και το αποτέλεσµά τους που ίσως δώσει την αφορµή στην Τουρκία να διαφορο­ποιήσει τη στάση της.

Εκείνο που διαβλέπει ότι µπορεί να γί­νει είναι η συντήρηση ενός κλίµατος συ­νεννόησης που φαίνεται ότι εξυπηρετεί όλες τις πλευρές σε αυτή τη φάση. Επί­σης, ανέφερε, «πολλά θα εξαρτηθούν από τις ευρύτερες διεθνείς και γεωπολιτικές εξελίξεις και τη στάση που θα υιοθετή­σει η κυβέρνηση Τραµπ σε µία σειρά από ζητήµατα (Ουκρανία, Συρία, σχέσεις µε Τουρκία σε συνάρτηση και µε την αντιµε­τώπιση των Κούρδων, των Παλαιστινίων κ.λπ.)».

Ο κ. Ψάλτης από την πλευρά του επι­σηµαίνει και αυτός την επίδραση της στάσης των ΗΠΑ στις εξελίξεις. Σηµειώ­νοντας πως η επιτυχία της άτυπης πε­νταµερούς µετά τις εξελίξεις στις ΗΠΑ και την τροπή που παίρνει η αποδόµηση της διεθνούς τάξης αποκτά τη µορφή του κατεπείγοντος, τονίζει ότι «µπαίνουµε πραγµατικά σε αχαρτογράφητα νερά. Μια απόφαση του Αµερικανού Προέ­δρου µπορεί να πετάξει στον κάλαθο των αχρήστων το κεκτηµένο δεκαετιών στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού» και σηµειώνει ότι η ευελιξία και από τις δύο πλευρές θα είναι απαραίτητη για να µη σηµειωθεί αδιέξοδο.

Ο κ. Χριστοφόρου επισηµαίνει ότι η διάσκεψη πραγµατοποιείται «λόγω της προσπάθειας, κυρίως της ε/κ πλευράς, να δώσει την εντύπωση κινητικότητας στο Κυπρι­ακό. Από την πλευρά της, η τ/κ πλευρά δεν θέλει να παρουσιαστεί πως εµποδί­ζει έστω άτυπες συναντή­σεις». Διερωτάται, όµως, πώς θα υπάρξει θετικό αποτέλεσµα όταν απλά θέµατα, όπως το άνοιγµα νέων οδοφραγµάτων κα­ταλήγουν σε ναυάγιο.

Σηµειώνει ότι «ο ΓΓ των Ηνωµένων Εθνών προώθησε την ιδέα, µάλ­λον καθηκόντως και όχι επειδή υπάρχει κάτι συ­γκεκριµένο που να δικαι­ολογεί κινήσεις εκ µέρους του».

Υπενθυµίζει ότι στις εκ­θέσεις του ΓΓ των Ηνωµέ­νων Εθνών αφήνονται εκτεθειµένες και οι δύο πλευρές. Αντίθετα, αν δεν προηγείτο το Κραν Μοντανά και οι ιδέες Νίκου Ανα­στασιάδη για δύο κράτη, θα σηµειωνό­ταν η εµµονή Τατάρ ως προβληµατικό στοιχείο, ενώ υπογραµµίζει και τις πα­ραβιάσεις από την κυβέρνηση στη νεκρή ζώνη, τις επιθέσεις εναντίον του Κόλιν Στιούαρτ κ.λπ., ενέργειες οι οποίες, όπως αναφέρει, δεν ευνοούν την προσπάθεια του Προέδρου της Δηµοκρατίας να πα­ρουσιαστεί πως επιθυµεί διακαώς θετικές εξελίξεις.

Εκτιµά, όµως, πως η προσπάθεια Ελ­λάδας και Τουρκίας να µειώσουν τους κινδύνους επιδείνωσης των σχέσεών τους, ίσως επενεργήσει θετικά.

Μειωμένο, αλλά όχι απόν το ενδιαφέρον για το Κυπριακό

Στο δεύτερο ερώτηµα ο κ. Ψάλτης καταθέτει την άποψή του όπως έχει δι­αµορφωθεί από εµπειρικά δεδοµένα ερευνών του Πανεπιστηµίου Κύπρου και του Πανεπιστηµιακού Κέντρου Ερευνών Πεδίου. Η εικόνα είναι ότι παρά την απο­γοήτευση η συντριπτική πλειοψηφία και στις δύο κοινότητες επιθυµεί τη λύση του Κυπριακού µε µια φόρµουλα που στη φιλοσοφία της ακολουθεί τη λογική του πλαισίου Γκουτέρες. Δηλαδή ασφάλεια και για τις δύο κοινότητες και διαµοιρασµός εξουσί­ας των δύο κοινοτήτων.

Ο Αριστείδης Κωνστα­ντινίδης εκτιµά ότι υπάρ­χει µερίδα του κόσµου που εξακολουθεί να επιδεικνύ­ει ζωηρό ενδιαφέρον και να αγωνιά για τις εξελίξεις στο Κυπριακό, αλλά υπάρ­χει και µεγάλη µερίδα του κόσµου, ιδίως στις νεότε­ρες γενιές, που αδιαφορεί για το Κυπριακό και θα επιδείξει κάποιο ενδιαφέ­ρον εάν οι εξελίξεις προ­χωρήσουν και οδηγήσουν σε πορεία λύσης.

Ο Χριστόφορος Χρι­στοφόρου αναφέρθηκε σε δηµοσκοπήσεις οι οποίες δείχνουν ότι προτεραι­ότητα για τους πολίτες είναι η οικονοµία ή άλλα θέµατα, παραγνωρίζοντας πως το Κυ­πριακό είναι συνεχής έγνοια των πολι­τών µιας και επηρεάζει κάθε πτυχή της καθηµερινότητάς τους. «Δεν µπορούµε να µιλούµε για αδιαφορία, αλλά για µει­ωµένη ενασχόληση, κάποια απάθεια και, ταυτόχρονα, σοβαρές αµφιβολίες για τις προοπτικές διεξόδου. Δεν είναι παράδο­ξο. Για δύο ακριβώς χρόνια, ο Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης διαβεβαιώνει για προοπτικές, για απεσταλµένους, για σο­βαρές εξελίξεις, µα ουδέν σηµείο σαφούς προόδου βλέπουν οι πολίτες. Ούτε σοβα­ρή, συγκεκριµένη πρόταση που να είναι υπόσχεση για σοβαρές εξελίξεις ακού­σαµε», συµπλήρωσε.

Κάποιοι επιθυμούν λύση και κάποιοι διχοτόμηση

Σε ό,τι αφορά το τρίτο ερώτηµα, οι ερωτηθέντες απάντησαν ότι δεν υπάρχει µία απάντηση σε αυτό το θέµα.

Ο Χρ. Χριστοφόρου επεσήµανε πως «η µεγάλη πλειοψηφία σε κάθε κοινότη­τα επιθυµεί να υπάρξει λύση, χωρίς να παραγνωρίζουµε πως και στις δύο κοινό­τητες, έχουµε οµάδες που για διαφορε­τικούς λόγους ευνοούν τη σηµερινή δι­χοτοµική κατάσταση. Το κρίσιµο ζήτηµα δεν είναι η επιθυµία για λύση, µα οι µε­γάλες αποκλίσεις αναφορικά µε το είδος της λύσης, αποκλίσεις που υπάρχουν και εντός της κάθε κοινότητας». Επισηµαίνει ακόµη πως µε το πέρασµα του χρόνου η ένταση της επιθυµίας ανάµεσα στους Ε/κ για λύση έχει µειωθεί δραµατικά. «Ουδέν άτοµο κάτω των 50 ετών έχει σχέση και βιώµατα µε την κατεχόµενη γη και τα χωριά µας. Ο νόστος, ως ου­σιαστικό συστατικό επιθυµίας για λύση, δεν υπάρχει», σηµείωσε. «Σαφέστατα, η τουρκοκυπριακή κοινότητα είναι σε µει­ονεκτική θέση, υπό τον έλεγχο και επιβο­λή του ισλαµισµού και αποφάσεων από την Άγκυρα», ανέφερε, προσθέτοντας ότι µόνο µέσω λύσης µπορεί να ελπίζει σε αποδέσµευση από την κυρίαρχη παρου­σία της Τουρκίας και από τις πολιτικές υποταγής που ακολουθούν οι σηµερινοί ηγέτες της κοινότητας.

Ο Αριστείδης Κωνσταντινίδης εκτί­µησε ότι η επιθυµία για λύση εξακολου­θεί να υπάρχει και στις δύο κοινότητες. «Ωστόσο, το ζήτηµα πλέον είναι ότι η λύση γίνεται αντιληπτή µε διαφορετικό τρόπο σε κάθε κοινότητα, αλλά και εντός της κάθε κοινότητας. Στην ελληνοκυ­πριακή κοινότητα φαίνεται να γίνεται αντιληπτό ότι ο χρόνος δεν είναι σύµµα­χος για µία αξιοπρεπή λύση», ενώ στην τουρκοκυπριακή κοινότητα «υπάρχει ένα δυναµικό τµήµα του κόσµου που αγωνιά για λύση και για ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Ο κόσµος αυτός αισθανόταν παροπλισµένος µε την επικράτηση της πολιτικής Τατάρ/Τουρκίας των δύο κρα­τών. Ίσως η συντήρηση µίας κινητικότη­τας να οδηγήσει σε περαιτέρω επαγρύ­πνηση, χωρίς την οποία δεν θα µπορέσει να επιτευχθεί η λύση», κατέληξε.



Share This Article