Του Κυριάκου Λοϊζου
Μετά την έγκριση του νόμου για το Μητρώο Καλλιτεχνών από το Υπουργικό Συμβούλιο, πολλοί καλλιτεχνικοί φορείς ξεσπάθωσαν κατά της κυβέρνησης και του Υφυπουργείου Πολιτισμού, καταγγέλλοντας μεταξύ άλλων πως εξυπηρετεί τα συμφέροντα της εκτελεστικής εξουσίας, «με μια σχεδόν τιμωρητική διάθεση» και σε καμία περίπτωση υπερασπίζεται τους εργάτες της τέχνης και κυρίως δεν εξασφαλίζει τις συνθήκες παραγωγής της τέχνης και ανάπτυξης του πολιτισμού.
Το κατηγορηματικό «όχι» των ανθρώπων του Πολιτισμού για το νομοσχέδιο με τίτλο «Ο Περί της Θέσπισης Μητρώου Καλλιτεχνών και Καλλιτεχνικής Χορηγίας Νόμος το 2025» ακολουθεί μία σειρά από «κραυγές» των τελευταίων ετών από τον κόσμο του Πολιτισμού, ιδίως από την εποχή της πανδημίας του κορονοϊού και μετά.
Το επίμαχο νομοσχέδιο
Ανάμεσα σ’ άλλα, το νομοσχέδιο εφαρμόζεται ως προς την τήρηση Μητρώου Καλλιτεχνών, ως προς την τήρηση Μητρώου Συνδέσμων Καλλιτεχνών και ως προς την παροχή καλλιτεχνικής χορηγίας για σκοπούς καταβολής εισφορών στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και στο Ταμείο Ασφάλισης Υγείας στις περιπτώσεις αυτοτελών εργαζόμενων καλλιτεχνών που πληρούν τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις.
Σκοπός του, σύμφωνα με το περιεχόμενό του, είναι ο καθορισμός του πλαισίου και των κριτηρίων απόδοσης του Καθεστώτος του Καλλιτέχνη σε πολιτιστικούς δημιουργούς και επαγγελματίες των δημιουργικών βιομηχανιών και η παροχή και θεσμοθέτηση καλλιτεχνικής χορηγίας προς τους αυτοτελώς εργαζόμενους καλλιτέχνες, οι οποίοι συχνά έχουν να αντιμετωπίσουν έντονες διακυμάνσεις στο ετήσιο εισόδημά τους αλλά και ιδιάζουσες εργασιακές σχέσεις.
Δικαίωμα εγγραφής, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, θα έχουν φυσικά πρόσωπα που ασκούν καλλιτεχνική δραστηριότητα στη Δημοκρατία, με στόχο την ευρύτερη δυνατή καταγραφή των προσώπων που δραστηριοποιούνται στον τομέα του Πολιτισμού στην Κύπρο και τη δυνατότητα διεκδίκησης καλλιτεχνικής χορηγίας. Το τελευταίο, κυρίως, προκάλεσε τις περισσότερες αντιδράσεις, ενώ για το σύνολο του νομοσχεδίου πολλοί φορείς συνυπέγραψαν δήλωση διατρανώνοντας την αντίθεσή τους. Εικαστικοί Καλλιτέχνες και Θεωρητικοί Τέχνης Κύπρου – φυτώριο, το ΕΚΑΤΕ, οι Κύπριοι Χαράκτες, η Ένωση Γραφιστών & Εικονογράφων (ΕΓΕΚ), ο Κυπριακός Σύνδεσμος Animation – ASIFA, η Νέα Κίνηση Χορευτών και Χορογράφων, η Στέγη Χορού Λεμεσού, η Στέγη Χορού Λευκωσίας, το Κυπριακό Κέντρο Σκηνογράφων Αρχιτεκτόνων και Τεχνικών Θεάτρου (CYCSTAT) και το Κέντρο Κυπρίων Συνθετών, τονίζουν πως δεν εξασφαλίζει τις κοινωνικές πρόνοιες για τους ανθρώπους που συντείνουν στη συντήρηση και παραγωγή του πολιτισμού. Καταγγέλλουν επιπλέον ότι δεν πραγματοποιήθηκαν επαρκείς δημόσιες διαβουλεύσεις που θα επέτρεπαν στους επαγγελματίες των διαφόρων κλάδων να εκφράσουν τις απόψεις τους, δεν εξετάστηκαν αναλυτικά τα αιτήματα των Συνδέσμων και ούτε πραγματοποιήθηκαν ουσιαστικές έρευνες προς αυτή την κατεύθυνση.
Ένα άδικο «τσουβάλιασμα όλων σε ένα καλάθι»
Κατ’ αρχάς, επιγραμματικά να πούμε ότι κάθε καλλιτεχνική ομάδα, θέατρο, μουσική, ζωγραφική κ.λπ., έχει τις δικές της διαφοροποιήσεις και χαρακτηριστικά. Άρα το τσουβάλιασμα όλων των καλλιτεχνών σε ένα καλάθι μπάζει από μόνο του νερά, τονίζει στη «Χαραυγή» η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Ροή, Βαλεντίνα Σοφοκλέους, επισημαίνοντας πως δεν γίνεται οι μισθωτοί να εξαιρούνται του νόμου, ούτε όλοι οι καλλιτέχνες να μπαίνουν στο ίδιο κουτί.
«Όταν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, άρα η πλειοψηφία των ηθοποιών, επισημαίνει η ηθοποιός, καλούν το υφυπουργείο να συνομιλήσει πρώτα μαζί τους και το υφυπουργείο κρατά την αδιανόητη στάση με τη σιγή του προς τις παροτρύνσεις των οργανώσεών μας και μετά μας καλεί σε on line συζήτηση για ένα τόσο σοβαρό θέμα, τότε αντιλαμβάνεστε ότι τα πράματα δεν μπαίνουν στη σωστή βάση».
«Χρειάζεται μια σοβαρή μελέτη, μια σοβαρή διαβούλευση και μετά να ψηφιστεί. Ζούμε στη χώρα των διεκπεραιώσεων», υπογραμμίζει η κα Σοφοκλέους.
Σε ό,τι αφορά την ατζέντα, η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Ροή σημειώνει πως βάζουμε μια ατζέντα κάτω και είμαστε χαρούμενοι γιατί βάλαμε το «done», δηλαδή ότι το έχουμε κάνει. «Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Οφείλουμε όλες οι πλευρές να σταθούμε σοβαρά μπροστά στο μέλλον, το δικό μας αλλά και των νέων καλλιτεχνών».
Για το υφυπουργείο, η Βαλεντίνα Σοφοκλέους τονίζει ότι θα πρέπει να αποσύρει το νομοσχέδιο και να αφουγκραστεί τους ανθρώπους που ζουν και βιώνουν την ανασφάλεια αυτής της εργασίας, που είναι αλλιώτικη και διαφορετική από κάθε άλλη. «Δυστυχώς στην πατρίδα μας είμαστε εντελώς ακάλυπτοι», καταγγέλλει.
Από πλευράς του ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Στέγης Χορού Λευκωσίας, Πέτρος Κονναρής, αρχικά επικεντρώνεται σε αυτά «που δεν κάνει το νομοσχέδιο». Όπως αναφέρει, στις επιστολές που απέστειλαν ως φορέας μαζί με τη Στέγη Χορού Λεμεσού και τη Νέα Κίνηση, σημειώνουν πως το εν λόγω νομοσχέδιο δεν καλύπτει το ζήτημα της εποχικότητας των καλλιτεχνών. «Πρέπει να αναφερθεί πως σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές ασφαλίσεις, θα πρέπει να καταβάλλονται κάθε τρίμηνο. Αυτό δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές αμοιβές, αλλά στο να υπολογίσεις πόσα θα πάρεις για τη χρονιά που θα έρθει, κάτι που καθίσταται πολύ δύσκολο, διότι από τη στιγμή που περιμένει κάποιος τις επιχορηγήσεις, κάποιες φορές μπορεί να πάει καλά μία παράσταση και κάποιες όχι και τόσο», εξηγεί ο Πέτρος Κονναρής.
Επιπλέον, κάνει λόγο για τις μικρές αμοιβές και την ανυπαρξία βασικού μισθού, υποδεικνύοντας πως συχνά αυτές οι αμοιβές είναι πολύ κατώτερες του βασικού μισθού. Αυτό, τονίζει, κάνει τη ζωή των καλλιτεχνών δύσκολη.
Κληθείς να σχολιάσει τις διαβουλεύσεις που προηγήθηκαν του νομοσχεδίου, ανάμεσα στο υφυπουργείο και τους διάφορους φορείς του Πολιτισμού, ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Στέγης Χορού Λευκωσίας υπογραμμίζει πως αυτές δεν ήταν και τόσο επαρκείς. Έγιναν κάποιες συναντήσεις – διαβουλεύσεις, λέει, με τα αρμόδια τμήματα, «μας παρουσίασαν τις θέσεις τους, τους είπαμε κι εμείς τις δικές μας… και έμεινε μέχρι εκεί το όλο ζήτημα. Εμείς απορρίπτουμε το επίμαχο νομοσχέδιο».
Καταληκτικά, ο κ. Κονναρής αναφέρει πως το νομοσχέδιο έχει πολλά κενά. «Ένα από τα προβλήματα που έχουμε ως φορέας, και όχι μόνο εμείς, είναι ότι αυτό είναι βασισμένο στο Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, οπότε εξαρχής η βάση του είναι προβληματική, διότι σαν να χρειάζεται ένα επίδομα για να στηριχθούν οι καλλιτέχνες, χωρίς να γνωρίζουν τη σημαντικότητα του έργου του Πολιτισμού».