Της Ελένης Κωνσταντίνου
Η βιωσιμότητα των δημοσίων νοσηλευτηρίων είναι ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα. Αν και υπάρχει η παραδοχή για τη σημασία της δημόσιας υγείας στον τόπο μας και την ανάγκη να στηριχθούν οι δομές αλλά και οι εργαζόμενοι σε αυτές, εντούτοις στην πράξη υπάρχουν πολλά κενά που καταγράφονται.
Την ίδια ώρα, απορία προκαλεί η δυστοκία που παρουσιάζεται στο να λαμβάνονται άμεσες ή έστω ικανοποιητικές λύσεις στα προβλήματα που εμφανίζονται. Η εικόνα είναι ανησυχητική με όλα αυτά που καταγράφονται, άλλα μεγάλα και άλλα μικρά, τα οποία όμως επηρεάζουν τους ασθενείς και στέλνουν λανθασμένα μηνύματα. Σε καμία περίπτωση πρέπει να περάσει το μήνυμα ότι τα δημόσια νοσηλευτήρια βρίσκονται στο περιθώριο και ότι οι ασθενείς δεν έχουν επιλογές.
Μετά το ΓεΣΥ, θα ανέμενε κανείς ότι θα αναβαθμιζόταν ο δημόσιος τομέας υγείας της χώρας μας και όχι το αντίθετο. Η διαδικασία εκσυγχρονισμού του, όμως, προχωρά με πολύ αργούς ρυθμούς, την ώρα που ο ιδιωτικός τομέας κάνει άλματα. Θετικό σημείο είναι σαφώς οι όποιες αναπτύξεις στον τομέα της υγείας, όμως δεν μπορεί να παραγνωρίζεται η ανάγκη να χαρτογραφηθούν, από τη μια, οι πραγματικές ανάγκες της χώρας μας και, από την άλλη, να μην έχουμε υπηρεσίες διαφόρων ταχυτήτων. Άλλωστε, ο δημόσιος τομέας είναι η ραχοκοκαλιά του ΓεΣΥ, όπως έχουμε αναφέρει πολλές φορές, και ως τέτοιος πρέπει να αντιμετωπίζεται.
Οι κινήσεις που γίνονται ή δεν γίνονται, η ανοχή σε καταστάσεις που δημιουργούν προβλήματα, το γεγονός ότι αφήνονται ιατροί να εγκαταλείπουν τα δημόσια νοσοκομεία για να ιδιωτεύσουν και πολλά άλλα, φανερώνουν ότι με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγηθούμε σε ακόμη πιο δύσκολα διλήμματα.
«Τα δημόσια νοσηλευτήρια υπονομεύονται μεθοδικά»
Η κατάσταση στα δημόσια νοσηλευτήρια της Κύπρου δεν είναι απλώς ανησυχητική, είναι αποτέλεσμα μιας ξεκάθαρης πολιτικής εγκατάλειψης, επισημαίνει από την πλευρά της η βουευτής του ΑΚΕΛ και μέλος της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Υγείας, Μαρίνα Νικολάου. «Και όσο κι αν επιχειρεί η κυβέρνηση να μας πείσει για το αντίθετο, η πραγματικότητα είναι σκληρή. Τα δημόσια νοσηλευτήρια υπονομεύονται μεθοδικά, ώστε να χαρακτηριστούν τελικά ως “μη βιώσιμα” και να ανοίξει ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση.
Το βλέπουμε καθημερινά: τα ΤΑΕΠ υπολειτουργούν, γιατροί και νοσηλευτές εξαντλούνται, τα ιατρικά τμήματα παλεύουν να σταθούν στα πόδια τους χωρίς υποστήριξη. Οι υποδομές είναι παλιές και ανεπαρκείς, ενώ ο εξοπλισμός μένει πίσω στις ανάγκες του 2025. Κι όμως, η κυβέρνηση σιωπά. Ή μάλλον, παρακολουθεί παθητικά. Ίσως επειδή αυτός είναι ο στόχος».
Όπως καταγγέλλει η Μαρίνα Νικολάου, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΚΥπΥ φέρνει προϋπολογισμούς την τελευταία στιγμή, ζητώντας έγκριση χωρίς ουσιαστικό διάλογο, χωρίς σχέδιο και χωρίς διαφάνεια. «Ο Υπουργός Υγείας και η πολιτική ηγεσία φέρουν την πλήρη ευθύνη για την εικόνα διάλυσης που επικρατεί στα δημόσια νοσηλευτήρια».
«Έχουμε άριστο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, που δίνει μάχες καθημερινά για να κρατήσει τα δημόσια νοσοκομεία όρθια. Οι υπηρεσίες που προσφέρονται, παρά τις τεράστιες δυσκολίες, είναι εξαιρετικές. Αυτό που λείπει, όμως, είναι η στήριξη από την Πολιτεία. Αντί να επενδύσει σε αυτά τα νοσηλευτήρια, η κυβέρνηση επιλέγει να τα αφήνει να φθίνουν. Και μετά, μας αφήνει να νοηθεί πως δεν είναι “βιώσιμα”».
«Έχουμε εδώ και καιρό δηλώσει ότι το ΑΚΕΛ καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις, όπως είναι η επιμήκυνση της οικονομικής στήριξης με όρους, η κατάθεση του οδικού χάρτη του ΟΚΥπΥ, η ενίσχυση του προσωπικού, οι επενδύσεις στον εξοπλισμό, η αναβάθμιση των υποδομών. Μιλήσαμε ξεκάθαρα για την ανάγκη παρέμβασης στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Δεν υπάρχει πια περιθώριο για επικοινωνιακά τεχνάσματα».
Το ΓεΣΥ, τονίζει η βουλευτής του ΑΚΕΛ, είναι κοινωνική κατάκτηση. «Τα δημόσια νοσηλευτήρια είναι η ραχοκοκαλιά του. Και δεν θα επιτρέψουμε να καταρρεύσουν επειδή κάποιοι έχουν άλλες προτεραιότητες ή άλλες σκοπιμότητες. Τα δημόσια νοσηλευτήρια δεν είναι “βάρος”. Είναι δικαίωμα. Και οφείλουμε να τα υπερασπιστούμε»
«Το ΑΚΕΛ παραμένει αταλάντευτο στην ανάγκη ενίσχυσης και στήριξής τους. Τα δημόσια νοσοκομεία είναι η βάση του συστήματος υγείας μας και οφείλουμε να τα προστατέψουμε από την υποχρηματοδότηση και την υποστελέχωση. Μόνο με τη σωστή πολιτική στήριξης θα εξασφαλιστεί η ποιότητα των υπηρεσιών υγείας για τον κάθε πολίτη».
Η απουσία δομών διαλύει κλινικές
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, ενώ πρόσφατα στη Βουλή αναμενόταν να συζητηθούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γιατροί στα δημόσια νοσοκομεία, η συζήτηση επικεντρώθηκε στο αίτημα του ΟΚΥπΥ για την επέκταση του ορίου ηλικίας των γιατρών, ώστε να μπορούν να εργάζονται μέχρι και το 67ο έτος.
Αυτό από μόνο του είναι προβληματικό, αφού ο ΟΚΥπΥ θα έπρεπε να στρέψει τις δυνάμεις του στο πώς να κρατήσει αριθμό γιατρών που φεύγουν αλλά και πώς να πείσει γιατρούς να έρθουν να εργαστούν.
Την ίδια ώρα, αρκετά είναι τα ζητήματα έτσι όπως τα καταγράφει και η Παγκύπρια Συντεχνία Κυβερνητικών Ιατρών (ΠΑΣΥΚΙ). Ένα από τα θέματα που εκκρεμούν είναι αυτό των δομών, με την ΠΑΣΥΚΙ να τονίζει ότι η μη ύπαρξη συγκεκριμένων δομών επιφέρει προοδευτικά τη διάλυση κλινικών με επικίνδυνες προεκτάσεις για τους ασθενείς. Ε
πίσης, όπως σημειώνει η ΠΑΣΥΚΙ, δεν νοείται νοσηλευτήριο, και ιδιαίτερα δημόσιο, του οποίου η ποιοτική και εύρυθμη λειτουργία δεν βασίζεται στην ύπαρξη δομημένων κλινικών, τόσο ποσοτικά όσο και ιεραρχικά.
«Παρόλη τη συνεχή διεκδίκηση για συνομολόγηση δομών και τις κατά καιρούς γραπτές συμφωνίες, με τελευταίο γεγονός την ένταξη συγκεκριμένης παραγράφου στο κείμενο που αφορά τη συλλογική σύμβαση και η οποία καθόριζε ως καταληκτική ημερομηνία την 31η Δεκεμβρίου 2025 για την επίτευξη συμφωνίας, αυτό δεν έγινε κατορθωτό, αφού ο ΟΚΥπΥ δεν επέδειξε επιθυμία για συζήτηση του θέματος», σημειώνεται μεταξύ άλλων.
Γιατί έχει αφεθεί το κρατικό Ογκολογικό;
Καταγγελίες υπάρχουν και για το κρατικό Ογκολογικό του ΓΝ Λευκωσίας και για το γεγονός ότι έχει αφεθεί. Ο Σύνδεσμος Καρκινοπαθών και Συγγενών Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας ΕΛ.Α-ΖΩ έχει καταγγείλει το γεγονός ότι ενώ το κτίριο του νοσοκομείου είναι ένα σχετικά νέο κτίριο, εντούτοις δεν έχουν ληφθεί μέτρα για ορθή λειτουργία της Ογκολογικής, ενώ σημαντική καθυστέρηση παρατηρήθηκε και στο να ληφθούν μέτρα για αντιμετώπιση της διαρροής λυμάτων στο χώρο που βρίσκονται οικαρκινοπαθείς.
Περιστατικά υπερχείλισης των λυμάτων σημειώνονται εδώ και πάρα πολύ καιρό και όπως μας λέχθηκε, τα μέτρα που λαμβάνονται είναι μπαλωματικά, με αποτέλεσμα το πρόβλημα αυτό να παρουσιάζεται συχνά. Σύμφωνα, πάντως, με τις απαντήσεις των ιθυνόντων, το Γ.Ν. Λευκωσίας δεν είναι συνδεδεμένο με το σύστημα αποχέτευσης και προληπτικά γίνεται άντληση κάθε μήνα, αφού το πρόβλημα αυτό δεν είναι σημερινό.
Απαράδεκτο είναι επίσης το γεγονός ότι εκεί που βρίσκεται ο χώρος των εξωτερικών ιατρείων υπάρχει κυρίζι, ενώ πάνω από το ταβάνι περνούν σωλήνες αποχέτευσης. Δίπλα, υπάρχουν αντικείμενα που έχουν μαζευτεί για να πεταχτούν εδώ και πολλά χρόνια, ενώ η παρουσία ψύλλων, κοριών και αδέσποτων ζώων καθιστά την κατάσταση ακόμη πιο προβληματική.
Το γεγονός αυτό, όπως πιστοποιείται μετά και την απαιτούμενη έρευνα, καταδεικνύει ότι δεν προσφέρονται ασφαλείς συνθήκες εργασίας. Στις συστάσεις είναι να βρεθεί ασφαλής χώρος για τη λειτουργία των εξωτερικών ιατρείων, με αποτέλεσμα να μεταφερθούν προσωρινά μέχρι τη μόνιμη επίλυση του προβλήματος.