Του Κωνσταντίνου Ζαχαρίου
Το σκληρό πρόσωπο της εργοδοτικής ασυδοσίας -που έχει καταστεί κανόνας και όχι εξαίρεση στην κυπριακή αγορά εργασίας, ως αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόζει η κυβέρνηση- καταγράφει με ιδιαίτερη ένταση η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Κύπρο, στο πλαίσιο της Εαρινής Δέσμης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου 2025.
Η ΕΕ –σ’ ένα έγγραφο που επιχειρεί να διατηρεί την τεχνοκρατική ουδετερότητά της– δεν κρύβει την ανησυχία της για τις ανισότητες, τη θεσμοθετημένη υποτίμηση της εργασίας και τη διευρυνόμενη κοινωνική ανασφάλεια.
Καταρρίπτει παράλληλα το αφήγημα περί «ισχυρής οικονομίας» και «ιστορικά χαμηλής ανεργίας» που προβάλλει η κυβέρνηση, αναδεικνύοντας την αποσύνδεση ανάμεσα στη μακροοικονομική εικόνα και την καθημερινή πραγματικότητα χιλιάδων μισθωτών.
Συλλογικές συμβάσεις: 40% στην Κύπρο, 80% στην Ευρώπη
Το πρώτο και πιο ηχηρό καμπανάκι στην έκθεση αφορά την υπόσκαψη του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων, που κατά κανόνα συνδέεται με τη δυνατότητα των εργαζομένων να διεκδικούν αυξήσεις σε μισθούς και συνθήκες εργασίας.
Η Κύπρος, παρά το υψηλό ΑΕΠ και την «ευημερία των αριθμών», εμφανίζεται να έχει καλύψει με συλλογικές συμβάσεις μόλις το 40% των εργαζομένων -ποσοστό σχεδόν μισό από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πολύ κάτω από το ελάχιστο όριο 80% που θέτει η Οδηγία της ΕΕ. Σημειώνεται ότι αν και η συγκεκριμένη Οδηγία ψηφίστηκε από το Συμβούλιο της ΕΕ τον Οκτώβριο του 2022 και τα κράτη-μέλη είχαν χρονικό περιθώριο έως τον Νοέμβριο 2024 για να εναρμονιστούν, η Κύπρος αποτελεί μία από τις ελάχιστες εξαιρέσεις που όχι μόνο δεν έχουν εφαρμόσει το νομοθετικό πλαίσιο, αλλά δεν έχουν καν εκπονήσει οδικό χάρτη για την αύξηση του ποσοστού κάλυψης των συλλογικών συμβάσεων.
Υπενθυμίζεται πως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν ήδη καταθέσει εδώ και μήνες δέσμη προτάσεων που μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα -αν υπάρχει πολιτική βούληση- και ανεξάρτητα από το πότε και πώς θα γίνει η εναρμόνιση της χώρας με την οδηγία της ΕΕ. Πρότειναν, συγκεκριμένα, τη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων και τη σύνδεση των συμβάσεων με τα κρατικά έργα και τις δημόσιες συμβάσεις, την παραχώρηση αδειών εργοδότησης σε τρίτες χώρες και τα κίνητρα που παραχωρούνται συχνά στους εργοδότες. Πρότειναν επίσης την ενίσχυση του δικαιώματος στον συνδικαλισμό. Παρ’ όλα αυτά καμία από αυτές τις εισηγήσεις δεν έγινε αποδεκτή από την κυβέρνηση, η οποία μέσα από την αδράνειά της ουσιαστικά κλείνει το μάτι στην εργοδοτική ασυδοσία.
Διάβρωση μισθών: Μισή αύξηση, διπλή φτωχοποίηση
Η έκθεση αποδομεί και το επιχείρημα περί «αύξησης μισθών» που προβάλλεται κατά καιρούς.
Με βάση τα στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στην έκθεση σε απόλυτους αριθμούς, η αύξηση των μισθών το 2024 ήταν 4,5%. Ωστόσο, όταν ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός, η πραγματική αύξηση περιορίζεται στο 2,1%, γεγονός που σημαίνει ότι σχεδόν το ήμισυ της αγοραστικής δύναμης εξανεμίζεται.
Μάλιστα, η πρόβλεψη για το 2025 είναι ακόμη πιο ανησυχητική: Ονομαστική αύξηση 3%, πραγματική αύξηση μόλις 0,5%, δηλαδή στην πράξη στασιμότητα.
Η συνεχιζόμενη ακρίβεια σε τρόφιμα, ενοίκια, ενέργεια και υπηρεσίες καταδικάζει τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα σε συνεχή συρρίκνωση του βιοτικού τους επιπέδου.
Σημειώνεται επίσης ότι με βάση τα στοιχεία της έκθεσης, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (ULC) ακολουθεί φθίνουσα πορεία: Από 3,8% το 2023 σε 3,1% το 2024 και προβλεπόμενη πτώση στο 1,5% για το 2025. Αυτό υποδηλώνει μεγαλύτερη κερδοφορία για τις επιχειρήσεις και περισσότερα περιθώρια για μισθολογικές αυξήσεις, τα οποία όμως δεν μετακυλίονται στους εργαζομένους.
Η «ευελιξία» έγινε παγίδα για προσωρινή και μερική απασχόληση
Η έκθεση της Κομισιόν επισημαίνει επίσης ότι η λεγόμενη «ευέλικτη εργασία» έχει μετατραπεί σε παγίδα για μια ολόκληρη γενιά. Μάλιστα, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «τα στοιχεία δείχνουν χαμηλή ποιότητα εργασίας για πολλούς εργαζόμενους» και επισημαίνει τα ακόλουθα:
• Προσωρινή απασχόληση: 14,1% στην Κύπρο έναντι 12,9% στην ΕΕ.
• Ακούσια προσωρινή απασχόληση: 12,7% στην Κύπρο έναντι 3,4% (ΕΕ).
• Ακούσια μερική απασχόληση: 43,2% στην Κύπρο, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από το 18,2% της ΕΕ.
Τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα την κανονικοποίηση της επισφάλειας, με σοβαρές συνέπειες για τη βιωσιμότητα της κοινωνικής ασφάλισης, την οικογενειακή ζωή, την ψυχική υγεία και την κοινωνική κινητικότητα.
Μακροοικονομική αναντιστοιχία
Η έκθεση της Κομισιόν αναδεικνύει ακόμη μία πτυχή του προβλήματος: Τη μακροοικονομική αναντιστοιχία ανάμεσα στα προσόντα που αποκτούν οι πολίτες μέσω εκπαίδευσης και κατάρτισης και στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς. Μεταξύ άλλων, σημειώνεται ότι η Κύπρος έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ εργαζομένων που απασχολούνται σε θέσεις κατώτερες των προσόντων τους (28,2% έναντι 21,9% στην ΕΕ), ενώ την ίδια ώρα, κρίσιμοι τομείς όπως η ενέργεια, η υγεία, ο τουρισμός, η εστίαση, οι κατασκευές και η ψυχαγωγία, αντιμετωπίζουν σοβαρές ελλείψεις προσωπικού.
Οι συστάσεις της Κομισιόν προς την Κύπρο
Για αντιμετώπιση των προβλημάτων και διόρθωση στρεβλώσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί την Κύπρο να πάρει μέτρα προς τις ακόλουθες κατευθύνσεις:
• Ενίσχυση των όρων εργασίας, με αύξηση των μισθών λόγω υψηλής παραγωγικότητας και περιορισμένου μισθολογικού πληθωρισμού.
• Στήριξη των NEETs, με στοχευμένα προγράμματα μετάβασης προς την αγορά εργασίας.
• Προώθηση μέτρων ένταξης για άτομα με αναπηρίες, με καθορισμό ποσοτικών στόχων απασχόλησης.
• Ολοκληρωμένη στρατηγική για ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών, με στόχευση στη νόμιμη μετανάστευση και την προσέλκυση ταλέντων.
Νέοι, γυναίκες και ΑμεΑ στο περιθώριο της αγοράς εργασίας
Στην έκθεση της Κομισιόν για την Κύπρο αναδεικνύεται επίσης ότι η κοινωνική αδικία έχει έντονο ταξικό και έμφυλο πρόσημο, με το πιο βαρύ το τίμημα να το επωμίζονται οι νέοι, οι γυναίκες και τα άτομα με αναπηρία.
Νέοι: Το 2024, το ποσοστό των νέων εκτός εργασίας, εκπαίδευσης και κατάρτισης (NEET) έφτασε στο 12,9%, υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (11%). Επίσης, ο κατώτατος μισθός παραμένει «παγωμένος» στα €1.000, ενώ το ορόσημο για την αναθεώρησή του τοποθετείται στο μακρινό 2026. Η Κύπρος είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ όπου ο κατώτατος μισθός δεν αυξήθηκε το 2025.
Γυναίκες: Επιβαρύνονται δυσανάλογα λόγω της έλλειψης κρατικών υπηρεσιών μακροχρόνιας φροντίδας, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν 10% χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης σε σχέση με τους άνδρες. Σημειώνεται, μάλιστα, ότι στις μεγαλύτερες ηλικιακά ομάδες το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο, με το χάσμα στις συντάξεις να φτάνει στο 29%. Επιπλέον, οι νέες γυναίκες NEET αγγίζουν το 14,1%, έναντι 11,7% των ανδρών.
Άτομα με Αναπηρίες: Το χάσμα απασχόλησης σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό φτάνει το 24,5%, ενώ η Κύπρος δεν έχει ακόμη θεσπίσει εθνικό στόχο απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρίες.