Το μεγαλύτερο μέχρι τώρα δίλημμα στη διάρκεια της δεύτερης θητείας του αντιμετωπίζει ο Ντόναλντ Τραμπ, με τον πόλεμο Ισραήλ-Ιράν και την πιθανότητα άμεσης εμπλοκής των ΗΠΑ.
Το διακύβευμα είναι τεράστιο, οι συνέπειες ανάληψης στρατιωτικής δράσης από τις ΗΠΑ είναι πλήρως απρόβλεπτες και η βάση του πολιτικού κινήματος του Ρεπουμπλικανού προέδρου εμφανίζεται διχασμένη.
Αλλά ο Τραμπ στέλνει τώρα το μήνυμα ότι ίσως βοηθήσει το Ισραήλ στην προσπάθειά του να καταστρέψει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, διαμηνύοντας χθες Τρίτη ότι «η υπομονή μας εξαντλείται» και απαιτώντας την «άνευ όρων παράδοση» της Τεχεράνης.
Ο Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο να εξαπολύσουν οι ΗΠΑ κάποιες από τις ισχυρές τηλεκατευθυνόμενες βόμβες GBU-57, βάρους 13,6 τόνων, με γόμωση εκρηκτικές ύλες συνολικά σχεδόν 2,5 τόνων, σχεδιασμένες για τη διάτρηση και τη διείσδυση σε βάθος 61 μέτρων για την καταστροφή υπόγειων εγκαταστάσεων του ιρανικού προγράμματος πυρηνικής ενέργειας.
Αλλά ο ίδιος και κορυφαίοι αξιωματούχοι του δεν έχουν αναφέρει στις δημόσιες δηλώσεις τους τι θα ακολουθήσει μια εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο Ισραήλ – Ιράν, δεδομένων των αποτυχημένων αμερικανικών επεμβάσεων στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.
ΟΙ ΗΠΑ εισέβαλαν στο Ιράκ το 2003 και ανέτρεψαν γρήγορα το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν, αλλά ακολούθησε η κατάρρευση του κράτους και μια εξέγερση που κατέληξε στην ήττα τους. Χρειάστηκαν δύο δεκαετίες για να επιστρέψει η χώρα σε μια εύθραυστη σταθερότητα.
Στο Αφγανιστάν η αμερικανική εισβολή εκδίωξε το καθεστώς Ταλιμπάν, που παρείχε καταφύγιο στον Οσάμα Μπιν Λάντεν, αλλά το 2021 επανήλθαν και οι ΗΠΑ οδηγήθηκαν σε μια ταπεινωτική απόσυρση των δυνάμεών τους. Τα ίδια περίπου συνέβησαν στη Λιβύη με την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι και το χάος που ακολούθησε στη βορειοαφρικανική χώρα.