Με fast track διαδικασίες και περιορισμένο διάλογο η κυβέρνηση σχεδιάζει την ψήφιση μέτρων που ευνοούν τα υψηλά εισοδήματα
Τη στρατηγική να καταθέσει τα νομοσχέδια για τη φορολογική μεταρρύθμιση εν μέσω της θερινής ραστώνης ακολουθεί η κυβέρνηση, προσδοκώντας προφανώς ότι με αυτόν τον τρόπο θα περιορίσει τις έντονες αντιδράσεις που υπάρχουν από την κοινωνία, καθώς τα μέτρα που προωθούνται ευνοούν τα υψηλά εισοδήματα σε βάρος των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων.
Πηγή από την κυβέρνηση –η οποία δεν κατονομάζεται– φέρεται να δήλωσε στο κρατικό ΚΥΠΕ ότι τα νομοσχέδια θα τεθούν σε δημόσια διαβούλευση στις 9 Ιουλίου 2025, με ορίζοντα ολοκλήρωσης –μαζί με τον νομοτεχνικό έλεγχο– εντός δύο μηνών. Ανέφερε επίσης ότι στόχος είναι τα νομοσχέδια να κατατεθούν στη Βουλή αμέσως μετά τις καλοκαιρινές διακοπές.
Υπενθυμίζεται ότι ο Πρόεδρος, Νίκος Χριστοδουλίδης, σε δήλωσή του μετά από πρόσφατη συνάντηση με τεχνοκράτες του Υπουργείου Οικονομικών και την Ομάδα Έργου του Πανεπιστημίου Κύπρου, ανέφερε πως αυτή ήταν η «τελευταία» συνάντηση για το θέμα.
Η στάση αυτή προκάλεσε την έντονη αντίδραση των συνδικαλιστικών οργανώσεων –ΠΕΟ, ΣΕΚ, ΔΕΟΚ και ΠΑΣΥΔΥ– οι οποίες, σε κοινή ανακοίνωσή τους, κατήγγειλαν «προσχηματικό διάλογο». Χαρακτήρισαν επίσης το προωθούμενο φορολογικό μοντέλο ως ελλιπές και κοινωνικά άδικο, επισημαίνοντας ότι:
Δεν συνιστά συνολική και συνεκτική μεταρρύθμιση.
Παρουσιάζει σοβαρά ελλείμματα ως προς το ύψος του αφορολόγητου και τις κλίμακες/εκπτώσεις.
Δεν περιλαμβάνει μέτρα ελάφρυνσης των έμμεσων φόρων, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, και ιδίως όσους βρίσκονται κάτω από το φορολογητέο όριο.
Δεν προβλέπει αύξηση των εσόδων από τομείς με φορολογική δυνατότητα.
Δεν ενσωματώνει μέτρα κοινωνικής στήριξης, παρότι είναι αναγκαία λόγω του υψηλού κόστους ζωής και των επικείμενων «πράσινων» φορολογιών.
Εμφανίζει σοβαρό έλλειμμα στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, η οποία –σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Κύπρου– βρίσκεται σε έξαρση.
Σημειώνεται ότι η αύξηση του αφορολόγητου από τις 19.500 στις 20.500 ευρώ (περίπου 83 ευρώ τον μήνα) θεωρείται σταγόνα στον ωκεανό της ακρίβειας, ενώ το βασικό όφελος περιορίζεται στους υψηλόμισθους με αποδοχές άνω των 40.000 ευρώ ετησίως (18,9% των πολιτών). Αντίθετα, για το 52,6%, που ήδη δεν φορολογείται, η μεταρρύθμιση είναι αδιάφορη –πέρα από τις επιβαρύνσεις που θα επιφέρουν οι «πράσινες» φορολογίες. Σοβαρές επιπτώσεις αναμένονται και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες πλήττονται από την αύξηση του εταιρικού φόρου από 12,5% σε 15%, ενώ δεν επωφελούνται ουσιαστικά από τη μείωση του φόρου στα μερίσματα (από 17% σε 5%) και την κατάργηση της λογιζόμενης διανομής.