ΕΕ: Όχι μόνο δεν υπάρχει κοινός προϋπολογισμός, αλλά υπάρχουν και εκ διαμέτρου αντίθετες οικονομίες με διαφορετικά χαρακτηριστικά
Του Κυριάκου Λοΐζου
Στις 27 Ιουλίου 2025 ανακοινώθηκε από τον Λευκό Οίκο και την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η επίτευξη Συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, που περιλαμβάνει δασμολογικές ρυθμίσεις και άλλα εμπορικά μέτρα που σχετίζονται με την ενέργεια και τη σύσφιξη των εμπορικών σχέσεων. Παρά τις απειλές Τράμπ για την πρόθεση επιβολής δασμών 30% στις εισαγωγές από την ΕΕ, τελικά οι δασμοί στις εισαγωγές αυτές ανέρχονται σε 15% (ίσως διπλάσιοι όσον αφορά τον χάλυβα και το αλουμίνιο) και τέθηκαν σε ισχύ από την Πέμπτη, 07.08.2025. Ο δασμός αυτός θα αποτελεί το ανώτατο όριο και θα καλύπτει τη μεγάλη πλειονότητα των εξαγωγών της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, όπως φαρμακευτικά προϊόντα, αυτοκίνητα, ημιαγωγούς κτλ. Δεν υπάρχει παρόμοια ρύθμιση για τις αμερικανικές εξαγωγές στην Ευρώπη.
Η Συμφωνία δεν αφορά μόνο τους δασμούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα, αλλά και την αποδοχή απαιτήσεων των ΗΠΑ για αγορές εκ μέρους της ΕΕ σε αμερικανικά ενεργειακά και αμυντικά προϊόντα. Συγκεκριμένα, η ΕΕ δεσμεύεται για αγορές ενέργειας από τις ΗΠΑ (κυρίως LNG) ύψους 750 δισεκατομμυρίων (!) σε μια τριετία, πραγματοποίηση επενδύσεων στις ΗΠΑ ύψους 600 δισεκατομμυρίων (!) και μεγάλες αγορές αμερικανικού στρατιωτικού εξοπλισμού. Αν συνυπολογιστούν οι αυξήσεις στις αμυντικές δαπάνες των χωρών της ΕΕ, τότε γίνεται κατανοητό ότι η Ευρώπη ήδη μπήκε στη λογική της «πολεμικής οικονομίας», αφήνοντας έτσι ως φτωχό συγγενή το κοινωνικό κράτος, είτε λέγεται παιδεία είτε λέγεται υγεία. Πολλοί αναλυτές, κυρίως οικονομολόγοι, χαρακτηρίζουν την πρόσφατη συμφωνία μεταξύ ΕΕ-ΗΠΑ ως τον «απόλυτο εκβιασμό» εκ μέρους της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ προς την ΕΕ, καθώς η πτώση μιας πάλαι ποτέ οικονομικής αυτοκρατορίας έπρεπε να ανακοπεί με κάποιον τρόπο. Τώρα, αν πραγματικά θα ανακοπεί, θα το δείξει η πορεία.

Μια «αξιοπρεπής» ήττα για την Ευρώπη
Στην εµπορική συµφωνία που επιτεύχθηκε, προστατεύθηκαν τα αυτοκίνητα, ανακουφίζοντας έτσι τη µεγαλύτερη οικονοµία της Ευρώπης, τη Γερµανία, ενώ η Γαλλία αντιµετωπίζει µείζον ζήτηµα µε τα γεωργικά της προϊόντα τα οποία δεν συµπεριλαµβάνονται στη συµφωνία, αναφέρει στη «Χαραυγή» ο οικονοµολόγος Τάσος Γιασεµίδης, και παράλληλα τονίζει ότι η Ευρώπη είναι «ευχαριστηµένη» µε τους δασµούς που επιβλήθηκαν.
«Σα να λέει η ΕΕ ότι “πήγαµε µε τη σκέψη να µας επιβληθούν δασµοί 30%, αλλά τελικά µπήκαν 15%” και είµαστε ευχαριστηµένοι”. Αυτό εξυπηρετεί την αυτοκινητοβιοµηχανία της Γερµανίας, αλλά, επαναλαµβάνω, το γεωργικό προϊόν της Γαλλίας θα έχει µεγάλο πρόβληµα. Εδώ καταδεικνύεται για ακόµη µια φορά ότι εντός της Ευρώπης τα συµφέροντα δεν συµβαδίζουν και δεν συνεννοούνται, ενώ το κάθε κράτος θέλει να διασφαλίσει την εθνική του οικονοµία», υπογραµµίζει ο οικονοµολόγος.
Ενώ σηµειώνει ότι αυτή η ιστορία δεν έχει τελειώσει, χαρακτηρίζει τη συµφωνία ΕΕ-ΗΠΑ ως µια «αξιοπρεπή ήττα για την Ευρώπη». Το ζήτηµα είναι πως η ΕΕ πήγε σε µία συζήτηση-διαπραγµάτευση µε το φόβο του 30% (προσφιλής τακτική του Τραµπ), πέτυχε το 15% και πιστεύει ότι µπορεί και να κέρδισε.
«Ωστόσο δεν πάει έτσι, καθώς, εκτός από τους δασµούς του 15%, η Ευρώπη θα υποστεί ένα άλλο 10-15% αφού το ευρώ ανέβηκε. Ο Τραµπ τεχνητά ρίχνει το δολάριο, οπότε το ευρωπαϊκό προϊόν αυτή τη στιγµή στις ΗΠΑ είναι 25-30% ακριβότερο. Με αυτόν τον τρόπο η ΕΕ γίνεται µη ανταγωνιστική οικονοµικά και εµπορικά, ενώ ταυτόχρονα προκύπτουν και ζητήµατα µε τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όπως πληθωριστικές πιέσεις κ.ά.
Από την άλλη, η Ευρώπη, όταν θα εισάγει, δεν θα επιβάλλει ανάλογους δασµούς ούτε φόρους στις εταιρείες τεχνολογίας όπου είναι καθαρός εισαγωγέας. Σε αυτές τις εταιρείες υπάρχει εµπορικό έλλειµµα εις βάρος της Ευρώπης», σηµειώνει ο κ. Γιασεµίδης.

Άμυνα και ενέργεια: «Θα αγοράζετε από εμάς»
Σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες και τα ενεργειακά, αυτά σχετίζονται τόσο με τους δασμούς όσο και με τη συνεχή προσπάθεια της κυβέρνησης των ΗΠΑ προκειμένου να γίνουν οι κύριοι παίκτες του παιχνιδιού.
Υπάρχουν δύο πράγματα, εξηγεί ο οικονομολόγος: Η Ευρώπη ήταν εξαρτημένη ενεργειακά από τη Ρωσία, ενώ τώρα εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και δεν πρέπει να ξεχνάμε τα 750 δισ. σε τρία χρόνια για ορυκτά καύσιμα, ένα τεράστιο ποσό για την ευρωπαϊκή οικονομία.
«Το δεύτερο είναι η άμυνα. Ουσιαστικά, ο Τραμπ τούς είπε: “Εγώ έχω εμπορικό έλλειμμα και θέλω να το μειώσω, άρα είτε θα επιβάλω δασμούς είτε θα αγοράζετε περισσότερο από μένα οπλικά συστήματα και ενέργεια”, αυτά, δηλαδή, που υπάρχουν σε αφθονία», εξηγεί.
Σε σχέση με αυτό το σημείο της συμφωνίας, πρέπει να συνεκτιμηθούν οι αποφάσεις που προηγήθηκαν για αύξηση στο 5% των στρατιωτικών δαπανών των χωρών του ΝΑΤΟ μέχρι το 2030 και για παροχή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία, με δαπάνες των Ευρωπαίων για την αγορά αμερικανικών οπλικών συστημάτων (!).
Για την Κύπρο, ο Τάσος Γισεμίδης σημειώνει χαρακτηριστικά: «Περιμένω να δω εάν θα μας υποχρεώσουν να πάρουμε κι εμείς από το συγκεκριμένο φυσικό αέριο (LNG) και πετρέλαιο. Από τη στιγμή που είναι ευρωπαϊκή συμφωνία, ενδεχομένως να έρθουν να πουν: “Τι συνεισφέρετε στον προϋπολογισμό; Πάρτε τόσο φυσικό αέριο και τόσα όπλα”».
Η Ευρώπη πλέον έρχεται αντιμέτωπη με τα δομικά της προβλήματα
Πλέον η σχέση της Ευρώπης µε τις Ηνωµένες Πολιτείες, όπως διαµορφώνεται µε τις τελευταίες εξελίξεις ιδιαίτερα, είναι απρόβλεπτη, ενώ, όπως τονίζει ο οικονοµολόγος, πρόκειται για σχέση εξάρτησης. «Αν αύριο ο Πρόεδρος των ΗΠΑ ζητήσει κάτι άλλο, ποιος θα αντισταθεί; Η ΕΕ σήκωσε παντιέρα και δήλωνε πως θα γίνει στρατιωτικά και ενεργειακά ανεξάρτητη, αλλά αυτό που έγινε τώρα -η συµφωνία- είναι το ακριβώς αντίθετο από τη µεγαλεπήβολη αυτή διακήρυξη».
Στο ερώτηµα εάν η ΕΕ θα µπορούσε να αρνηθεί µια συµφωνία και να µη συρθεί πίσω από τις ορέξεις του Ντόναλντ Τραµπ, ο κ. Γιασεµίδης αναφέρει πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα µπορούσε να επιβάλει φόρο 15% στις εταιρείες τεχνολογίας, στους αµερικανικούς κολοσσούς όπως META, GOOGLE, X κ.λπ. «Δεν υπάρχουν όµως οι κατάλληλοι Ευρωπαίοι ηγέτες αυτή τη στιγµή που θα µπορούσαν να αντισταθούν και να προβάλουν το συµφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης», λέει και υπογραµµίζει καταληκτικά:
«Η Ευρώπη πλέον έρχεται αντιµέτωπη µε τα δοµικά της προβλήµατα. Δεν υπάρχει κοινός προϋπολογισµός, υπάρχουν εκ διαµέτρου αντίθετες οικονοµίες µε διαφορετικά χαρακτηριστικά, ενώ υπάρχει πολιτική αδυναµία στη ηγεσία της Ευρώπης. Πρέπει να σηµειωθεί πως ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, τους είπε πως πρέπει να δηµιουργήσουν µια ανταγωνιστική οικονοµία διότι εξαρτώνται από άλλους, κυρίως από τις ΗΠΑ. Ενεργειακά, πολεµικά, τεχνολογικά, πολιτικά, οικονοµικά».