Του Ανδρέα Παυλικκά*
Η 17η Οκτωβρίου είναι η Παγκόσµια Μέρα κατά της Φτώχειας. Ακούσαµε και φέτος διακηρύξεις, µεγαλόστοµα λόγια, υποσχέσεις για βοήθεια, τα ίδια δηλαδή όπως κάθε χρόνο. Την ίδια ώρα, το πρόβληµα επιδεινώνεται και επεκτείνεται εκτός από τις χώρες του λεγόµενου «Τρίτου Κόσµου» και σε πιο ανεπτυγµένες χώρες (ιδιαίτερα µε την οικονοµική κρίση, την επιδηµία του κορονοϊού και τώρα µε τους πολέµους στη Γάζα και στην Ουκρανία).
«Η φτώχεια είναι η µεγαλύτερη µορφή βίας», είπε ο Μαχάτµα Γκάντι. Εµείς θα λέγαµε ότι η φτώχεια και η πείνα αποτελούν ένα τεράστιο σκάνδαλο για την πολιτισµένη ανθρωπότητα τη στιγµή που αναµφίβολα υπάρχουν τόσες δυνατότητες ανάπτυξης.
Τα στοιχεία του ΟΗΕ είναι συγκλονιστικά:
– 40.000 παιδιά πεθαίνουν κάθε µέρα εξαιτίας της πείνας και το 30% των παιδιών ζυγίζουν λιγότερο από το κανονικό.
– Το 80% του παγκόσµιου πλούτου βρίσκεται στα χέρια του 20% του πληθυσµού.
– Γύρω στα 3 δις άνθρωποι, πάνω από τον µισό πληθυσµό της γης δηλαδή, ζουν µε λιγότερο από 2 δολάρια την ηµέρα.
– Το ένα τρίτο των κατοίκων των αναπτυσσόµενων χωρών είναι αναλφάβητοι, το 30% δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιµο νερό.
– Ένα ποσό 5 δις λιρών θα εξασφάλιζε αρκετό σιτάρι για όλα τα τραγικά θύµατα της λιµοκτονίας. Το ίδιο ποσό ξοδεύεται για εξοπλισµούς µέσα σε δέκα µέρες.
Ακόµη και στην ΕΕ, σύµφωνα µε τα τελευταία στοιχεία της EUROSTAT, ένας στους πέντε πολίτες της ζει κάτω από το όριο της φτώχειας (21,6%). Το αντίστοιχο ποσοστό στην Κύπρο φθάνει σχεδόν το 18% -156.000 άνθρωποι (2023) βρίσκονται αντιµέτωποι µε τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισµού- στην Ελλάδα 3,8 εκατ. άνθρωποι και στην ΕΕ συνολικά 117,5 εκατ. Οι ίδιες οι χώρες της ΕΕ µε τις πολιτικές λιτότητας που εφαρµόστηκαν τα τελευταία χρόνια οδήγησαν τους λαούς τους στη φτώχεια και την ανέχεια.
Είναι αδιανόητο για έναν κόσµο που έχει τα µέσα να προλάβει αυτό το έγκληµα να αφήνει να υποσιτίζονται τόσοι άνθρωποι, να χάνονται τόσες ζωές. Τα Ηνωµένα Έθνη έχουν κάνει πολλές προσπάθειες για να αντιµετωπίσουν την κατάσταση. Έχουν εισηγηθεί διάφορα µέτρα –ρύθµιση του εξωτερικού χρέους, διαφοροποίηση της οικονοµίας, στήριξη του δηµόσιου τοµέα, ενίσχυση των προσπαθειών για εκπαίδευση και τεχνική κατάρτιση. Οι εισηγήσεις είναι εκεί. Χρειάζεται θέληση για την εφαρµογή τους. Χρειάζεται η αλλαγή πολιτικής από µέρους των πλούσιων κρατών, γιατί αυτές κυρίως και οι πολυεθνικές που τα στηρίζουν είναι εκείνες που επηρεάζουν τις τιµές των προϊόντων. Χρειάζεται και οι ίδιοι οι λαοί των φτωχών χωρών αλλά και οι λαοί της Ευρώπης να υψώσουν το ανάστηµα και να παλέψουν ενάντια σ’ εκείνες τις δυνάµεις που διαιωνίζουν την αδικία και την εκµετάλλευση, ενάντια σ’ εκείνες τις δυνάµεις που στο όνοµα του κέρδους καταδικάζουν εκατοµµύρια ανθρώπους στη φτώχεια και την εξαθλίωση.
* Οικονοµολόγος – Ερευνητής