Μαγειρεύτηκε από τον Αναστασιάδη, «σερβίρεται» από τον Χριστοδουλίδη

9 Min Read


Του Κωνσταντίνου Ζαχαρίου

Μπαράζ αυξήσεων στις τιμές των πε­τρελαιοειδών φέρνει ο νέος φόρος άν­θρακα στα καύσιμα κίνησης, ο οποίος αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή τον Μάιο. Το χειρότερο όμως είναι ότι το πιο βαρύ κόστος θα κληθούν να το πληρώ­σουν και πάλι τα μεσαία και χαμηλά ει­σοδηματικά στρώματα.

Η νέα φορολογία -η οποία αποτελεί μέρος του ευρύτερου πακέτου των λεγό­μενων πράσινων φορολογιών, το οποίο σχεδιάστηκε από την κυβέρνηση του Νί­κου Αναστασιάδη και υιοθετήθηκε στη συνέχεια από την κυβέρνηση του Νίκου Χριστοδουλίδη- αναμένεται να οδηγήσει στην άμεση αύξηση των τιμών στα καύ­σιμα κίνησης και τα καύσιμα θέρμαν­σης κατά 5,95 σεντ το λίτρο (5 σεντ συν ΦΠΑ). Δηλαδή, η μέση τιμή της βενζίνης 95 οκτανίων, η οποία σήμερα κυμαίνεται στα 1,433 ευρώ το λίτρο θα αυξηθεί στα 1,492 ευρώ (χωρίς να υπολογίζονται πι­θανές ανατιμήσεις λόγω της πορείας των διεθνών αγορών), ενώ με τον ίδιο τρόπο η μέση τιμή του πετρελαίου κίνησης θα αυξηθεί από 1,527 ευρώ σε 1,586 ευρώ και του πετρελαίου θέρμανσης από 1,060 ευρώ σε 1,120 ευρώ.

Το πιο τραγικό όμως είναι ότι το πλάνο, το οποίο ετοιμάστηκε από την κυβέρνη­ση και για το οποίο δόθηκαν δεσμεύσεις στην Κομισιόν, προνοεί σταδιακή αύξη­ση του συντελεστή του φόρου άνθρακα με ορόσημο το 2033, όταν θα φτάσει στα 25 σεντ το λίτρο (και συνεπακόλουθα θα οδηγήσει στην αύξηση των τιμών κατά 29,8 σεντ το λίτρο μαζί με τον ΦΠΑ). Πιο συγκεκριμένα, ο συντελεστής του φόρου άνθρακα θα ξεκινήσει από 5 σεντ το λί­τρο, θα αυξηθεί σε 7 σεντ εντός του 2025, σε 10 σεντ το 2026, 14 σεντ το 2027, 19 σεντ το 2028, 21 σεντ το 2029, 22 σεντ το 2030, 23 σεντ το 2031, 24 σεντ το 2032 και 25 σεντ το 2033.

Φέσι 210 ευρώ για ένα μέσο νοικοκυριό

Σημειώνεται ότι έρευνα η οποία πραγματοποιήθηκε από την ομάδα του Υπουργείου Οικονομικών και του Πανε­πιστημίου Κύπρου, η οποία ανέλαβε να διαχειριστεί το θέμα με τις νέες λεγόμε­νες πράσινες φορολογίες, έδειξε ότι η επίπτωση από την εφαρμογή της νέας φορολογίας θα είναι μεγαλύτερη στα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώ­ματα. Επίσης, στην έρευνα αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «η ποσοστιαία µετα­βολή στην καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών στις χαμηλές καταναλωτι­κές (εισοδηματικές) τάξεις αναμένεται να είναι μεγαλύτερη».

Ενδεικτικά, για ένα μέσο νοικοκυριό με κατανάλωση 300 ευρώ το μήνα σε καύσιμα κίνησης και 1.000 ευρώ το χρό­νο σε πετρέλαιο θέρμανσης, η επίπτωση από την εφαρμογή της νέας φορολογίας άνθρακα θα είναι 210 ευρώ το χρόνο πε­ρίπου.

Σημειώνεται, επίσης, ότι με την αύξη­ση του συντελεστή της φορολογίας από 5 σεντ το λίτρο σε 7 σεντ, η οποία ανα­μένεται να επιβληθεί αργότερα φέτος, η επίπτωση για το μέσο νοικοκυριό θα φτάσει στα 290 ευρώ το χρόνο, ενώ θα συνεχίσει να αυξάνεται όσο αυξάνεται ο συντελεστής της φορολογίας. Ενδεικτι­κά, το 2033 που ο συντελεστής θα φτά­σει στα 25 σεντ το λίτρο, η επίπτωση για το μέσο νοικοκυριό θα αγγίξει τα 1.040 ευρώ το χρόνο περίπου (συν πιθανές ανατιμήσεις λόγω της πορείας των τιμών στις διεθνείς αγορές).

Επισημαίνεται, ακόμη, ότι μέχρι το 2030 θα πρέπει να γίνει η εισαγωγή του νέου Συστήματος Εμπορίας Δικαιω­μάτων Εκπομπής στα καύσιμα κίνησης, θέρμανσης και ελαφριάς βιομηχανίας, η οποία αναμένεται να αυξήσει τις λιανικές τιμές των πετρελαιοειδών κατά 15% πε­ρίπου.

Η εισαγωγή του νέου Συστήματος εί­ναι υποχρεωτική για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, περιλαμβανομένης φυσικά της Κύπρου. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχει διευκρινιστεί κατά πόσο θα γίνει συμψη­φισμός με το φόρο άνθρακα, ή εάν θα επιβληθεί νέα φορολογία. Στο δεύτερο σενάριο τα δεδομένα θα γίνουν ακόμη πιο δύσκολα για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Φόρος αποβλήτων και ύδατος

Σημειώνεται ότι το πακέτο των λε­γόμενων πράσινων φορολογιών περι­λαμβάνει ακόμη τρία ζητήματα: το φόρο ταφής αποβλήτων, το φόρο ύδατος και το φόρο για τις διανυκτερεύσεις σε του­ριστικά καταλύματα.

Ο φόρος ταφής θα επιβληθεί στη διά­θεση των δημοτικών αποβλήτων σε χώ­ρους υγειονομικής ταφής με συντελεστή 35 ευρώ τον τόνο για το 2025, ο οποίος θα αυξάνεται κατά 5 ευρώ κάθε χρόνο.

Δηλαδή, από 35 ευρώ τον τόνο που δαπανούν σήμερα οι Τοπικές Αρχές στις ΟΕΔΑ, η χρέωση θα πάει στα 70 ευρώ το 2025 και θα συνεχίσει να αυξάνεται μέ­χρι να φτάσει τα 100 περίπου ευρώ ανά τόνο.

Μέχρι στιγμής δεν έχει διευκρινιστεί σε ποιο βαθμό θα επηρεαστούν οι χρε­ώσεις, οι οποίες επιβάλλονται στους κα­ταναλωτές. Επικρατεί, ωστόσο, έντονη ανησυχία ότι σε πολλές περιπτώσεις η αύξηση θα είναι μεγάλη.

Παρόμοια είναι τα δεδομένα για το φόρο ύδατος, αφού δεν έχει διευκρινιστεί σε ποιο βαθμό θα επηρεαστούν οι χρεώ­σεις προς τους καταναλωτές.

Στο χώρο των επιχειρήσεων οι νέες φορολογίες θα επιβαρύνουν ιδιαίτερα τις υπηρεσίες µεταφορών, τη µεταποίηση και τη γεωργοκτηνοτροφία.

«Το επίπεδο προόδου της Κύπρου είναι ανεπαρκές»

Οι νέες πράσινες φορολογίες συν­δέονται με την κωλυσιεργία της κυ­βέρνησης στη λήψη μέτρων.

Ενδεικτική είναι η έκθεση της Υπη­ρεσίας Μελετών του Ευρωπαϊκού Κοι­νοβουλίου για την αξιολόγηση του σχεδίου της Κύπρου για την ενέργεια και το κλίμα (NECP), η οποία δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα.

Στην έκθεση αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «αν και η Κύπρος σκοπεύει να φτάσει σε μηδενικές καθαρές εκ­πομπές το 2050, το επίπεδο προόδου προς το στόχο της ΕΕ για την κλιμα­τική ουδετερότητα φαίνεται να είναι ανεπαρκές».

Αναφέρεται επίσης ότι: «Η αναθεώ­ρηση του κανονισμού για τον επιμε­ρισμό των προσπαθειών (ESR) αύξησε τους εθνικούς στόχους για το 2030. Η Κύπρος έλαβε στόχο για μείωση 32% σε σύγκριση με το 2005. Ωστόσο, οι τρέχουσες προβλέψεις δείχνουν ότι η χώρα θα χάσει τον δεσμευτικό στόχο για το 2030, ακόμη και εφαρμόζοντας πρόσθετα μέτρα.

Από το 2017, οι εκπομπές ESR έχουν υπερβεί τα ετήσια όρια και η Επιτροπή εκτιμά ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί μέχρι το 2030».

Σημειώνεται, επίσης, ότι «η λειψυ­δρία και η ξηρασία ειδικότερα αναμέ­νεται να επιδεινωθούν».

Αναφέρεται ακόμη ότι: «Μια μελέτη για το κόστος της κλιματικής αλλαγής στα νοικοκυριά στην ΕΕ εκτιμά ότι η υψηλότερη αύξηση των δαπανών για την υγεία που προκαλούνται από το κλίμα αναμένεται να σημειωθεί στην Κύπρο, καθώς και στην Ελλάδα. Η Κύ­προς συγκαταλέγεται επίσης στις χώ­ρες με την υψηλότερη αναμενόμενη αύξηση στις δαπάνες των νοικοκυρι­ών για τρόφιμα».



Share This Article