Οι τράπεζες έκαναν «μαξιλαράκια» για τους μετόχους τους τα υπερκέρδη τα οποία αποκόμισαν τα τελευταία δύο χρόνια, λόγω των ψηλών επιτοκίων στα δάνεια των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, και ήδη έβαλαν πλώρη για περαιτέρω αύξηση της κερδοφορίας τους, και πάλι με τη συνταγή της επιβολής αυξήσεων στις χρεώσεις σε βάρος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Τα πιο πάνω προκύπτουν από δύο εκθέσεις της Κεντρικής Τράπεζας, οι οποίες δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα.
Η πρώτη έκθεση αποκαλύπτει ότι τα τελευταία δύο χρόνια τα κέρδη των τραπεζών έσπασαν κάθε προηγούμενο ρεκόρ και έφτασαν στα 2,48 δισ. ευρώ (1,26 δισ. ευρώ το 2023 και 1,22 δισ. ευρώ το 2024). Σημειώνεται επίσης ότι η αξία των περιουσιακών τους στοιχείων έφτασε το 2024 στα 65,64 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με 65,17 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 0.7%, ήτοι 469 εκατ. ευρώ.
Την ίδια ώρα, δεύτερη έκθεση της Κεντρικής Τράπεζας –η οποία επίσης δόθηκε χθες στη δημοσιότητα– αποκαλύπτει ότι οι τράπεζες συνεχίζουν την πολιτική της αύξησης των επιτοκίων και των χρεώσεων σε βάρος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Πιο συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο του 2025 –κόντρα στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας– οι τράπεζες στην Κύπρο επέβαλαν νέες αυξήσεις στα επιτόκια, τα οποία αφορούν τα δάνεια των νοικοκυριών για αγορά κατοικίας, με αποτέλεσμα ο μέσος όρος να αυξηθεί στο 4,56%, σε σύγκριση με 4,47% τον προηγούμενο μήνα. Σημειώνεται επίσης ότι ο μέσος όρος στα επιτόκια τα οποία αφορούν τα καταναλωτικά δάνεια αυξήθηκε στο 7,11%, σε σύγκριση με 6,25% τον προηγούμενο μήνα. Αντίθετα, ο μέσος όρος στα επιτόκια τα οποία αφορούν δάνεια προς τις επιχειρήσεις για ποσά μέχρι 1 εκατ. ευρώ μειώθηκε στο 4,66%, σε σύγκριση με 5,08% τον προηγούμενο μήνα, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος στα δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ μειώθηκε στο 4,48%, σε σύγκριση με 4,90% τον προηγούμενο μήνα.
Σημειώνεται ότι στην έκθεσή της η Κεντρική Τράπεζα επιχειρεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις σε σχέση με τις αυξήσεις στα επιτόκια των δανείων για αγορά κατοικίας, αναφέροντας ότι αντικατοπτρίζουν «κυρίως μεταβολές στα ποσά παρά αυξήσεις των επιτοκίων των επιμέρους χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που χρησιμοποιήθηκαν στον υπολογισμό του πιο πάνω σταθμικού όρου επιτοκίου». Αναφέρει επίσης ότι «το χαρτοφυλάκιο των στεγαστικών δανείων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αποτελείται από διάφορα είδη τέτοιων δανείων, όπως π.χ. δάνεια για πρώτη κατοικία, για εξοχικό κ.λπ., τα οποία φέρουν διαφορετικό ρίσκο και επιτόκιο». Προστίθεται ακόμη ότι «η σύσταση του εν λόγω χαρτοφυλακίου μεταβάλλεται από μήνα σε μήνα, με αποτέλεσμα το ύψος του σταθμικού μέσου επιτοκίου να επηρεάζεται από την πιο πάνω μεταβολή, ανεξαρτήτως από τις αυξήσεις ή τις μειώσεις των επιτοκίων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων».
Κωνσταντίνος Ζαχαρίου