Η πολιτικός και οικονομολόγος Άννα Θεολόγου επισημαίνει τον αυξανόμενο κίνδυνο δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων ως αποτέλεσμα της ανόδου των επιτοκίων και του περιορισμένου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Ασκεί κριτική στον τρόπο που ενεργεί το τραπεζικό σύστημα αλλά και στην αδυναμία του κράτους να παρέμβει αποτελεσματικά για την προστασία των πολιτών.
Αναφέρεται επίσης στην απουσία κοινωνικών αντιδράσεων ως αποτέλεσμα της «σιωπηλής» φύσης των πλειστηριασμών αλλά και της ενοχοποίησης των δανειοληπτών. Τονίζει ότι τα σχέδια της κυβέρνησης, όπως το «Ενοίκιο έναντι Δόσης», απέτυχαν να στηρίξουν τους πραγματικά ευάλωτους, λόγω αυστηρών και ανελαστικών κριτηρίων.
Τέλος, υπογραμμίζει την ανάγκη για ουσιαστική προστασία των καταναλωτών και αμφισβητεί το κατά πόσο οι αρμόδιες Αρχές στην Κύπρο έχουν τη βούληση και την τεχνογνωσία να συγκρουστούν πραγματικά με τις τραπεζικές αυθαιρεσίες.
Συνέντευξη στην Ελένη Κωνσταντίνου
Ποιες είναι οι συνέπειες της αύξησης των επιτοκίων για τα δάνεια και ποιος είναι ο κίνδυνος που προκύπτει για την εξυπηρέτηση των δανείων;
Η αύξηση των επιτοκίων στα δάνεια σημαίνει αύξηση στο κόστος του χρήματος, δηλαδή αυτός που λαμβάνει χρήματα ως μορφή δανειοδότησης αυτή την περίοδο θα τα πληρώσει πολύ πιο ακριβά σε σχέση με περιόδους που ήταν πιο χαμηλά τα επιτόκια και, συνεπώς, πιο χαμηλό το κόστος του χρήματος. Σημαντικό όμως είναι να αναφερθεί ότι, σε μεγάλο βαθμό, τα δάνεια σήμερα έχουν κυμαινόμενα επιτόκια, δηλαδή διαμορφώνονται –αλλάζουν– με βάση οικονομικές πολιτικές και αποφάσεις τόσο σε τοπικό επίπεδο, αν αυτό αφορά τα βασικά επιτόκια τραπεζών, όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, αν αυτό αφορά τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή τα επιτόκια των χρηματαγορών τύπου Euribor. Γι’ αυτό, όταν υπάρξουν μειώσεις στα επιτόκια, θα νιώσουν ελάφρυνση και στο κόστος των δανείων τους. Ο κίνδυνος που παρουσιάζεται αφορά το ενδεχόμενο να προκύψουν νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια λόγω αυτής της αύξησης στο κόστος, ιδιαίτερα σε άτομα, νοικοκυριά ή επιχειρήσεις που ταλαιπωρούνται από τις ευρύτερες οικονομικές συνθήκες και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους εν μέσω ακρίβειας.
Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχει κόσμος που έχει χάσει το σπίτι του. Θα ανέμενε όμως κάποιος ότι οι αντιδράσεις θα ήταν περισσότερες…
Αρκετός κόσμος έχει όντως χάσει το σπίτι του και πολύ καλά έχετε παρατηρήσει ότι δεν υπάρχουν έντονες αντιδράσεις, διότι πλέον οι διαδικασίες γίνονται πίσω από κλειστές πόρτες τραπεζών και funds, αλλά και διαδικτυακά μέσω των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. Δεν έχουμε δει εικόνες με συμβάντα εξώσεων, όπως στην Ισπανία. Στη δική μας περίπτωση, αφού δαιμονοποίησαν μια κατ’ εξοχήν βασική λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη δημιουργία οικονομικής δραστηριότητας –που είναι ο δανεισμός– ενοχοποίησαν την κοινωνία που έλαβε αυτά τα δάνεια, σαν να ήταν δική της αποκλειστική ευθύνη η χρόνια ασυδοσία των κυπριακών τραπεζών. Αρκετοί δανειολήπτες παρέδωσαν από μόνοι τους τα κλειδιά των κατοικιών τους, ώστε να σταματήσει να τους βαραίνει αυτή η οικονομική «τάτσα» ότι δεν πλήρωναν τα δάνειά τους. Είναι ένα τεράστιο θέμα μέχρι πού φτάνουν οι ευθύνες αυτής της κατάστασης, αλλά σίγουρα δεν είναι ευθύνη των πολιτών και των επιχειρήσεων στον βαθμό που διαχρονικά το έχει αναγάγει το πολιτικό και τραπεζικό σύστημα, γιατί πολύ απλά αφαίρεσαν από τη συζήτηση την οικονομική κρίση που επήλθε με διαχρονικές πολιτικές αποφάσεις.
Είναι ικανοποιητικές οι πολιτικές της κυβέρνησης για αντιμετώπιση του στεγαστικού γενικότερα αλλά και της ακρίβειας;
Έχω μελετήσει τα σχέδια που ανακοινώθηκαν για αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος και προσωπικά δεν είμαι ικανοποιημένη. Σημαντική άτυπη προϋπόθεση για να υπάρξει δυνατότητα ένταξης σε σχέδιο για όσους δεν έχουν κεφάλαιο είναι η ικανότητα δανειοδότησης. Στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει αρχικό κεφάλαιο ως συνεισφορά στη δανειοδότηση, που είναι οι πλείστες των περιπτώσεων, αυτές θα κριθούν μη επιλέξιμες από τις τράπεζες και δεν θα μπορούν οι πολίτες που τους ενδιαφέρουν τα σχέδια να προχωρήσουν με τις αιτήσεις τους.
Λόγω της έλλειψης εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στον τομέα της χρηματοοικονομικής παιδείας, τι προκλήσεις θα συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και οι πολίτες;
Δυστυχώς, εάν συνεχιστεί η έλλειψη εκπαίδευσης και επιμόρφωσης όσον αφορά τη χρηματοοικονομική παιδεία –δηλαδή αν συνεχίσει ο χρηματοοικονομικός μας αναλφαβητισμός– επιχειρήσεις και πολίτες θα συνεχίσουν να είναι δέσμιοι λανθασμένων οικονομικών αποφάσεων, είτε αυτές αφορούν επιχειρηματικές είτε προσωπικές επιλογές, διότι δεν θα μπορούν να κρίνουν σωστά τα αποτελέσματα των οικονομικών τους αποφάσεων. Η χρηματοοικονομική παιδεία έπρεπε ήδη να υπάρχει ως απαραίτητο μάθημα στη διδακτέα ύλη των σχολείων μας, για να μπορέσουμε ως κοινωνία να αντιμετωπίσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα επί ίσοις όροις. Ένας εκπαιδευμένος πολίτης ή μια επιχείρηση δεν θα αποδεχθεί όρους που θα είναι ζημιογόνοι σε μια συμφωνία ή δεν θα βρεθεί εκτεθειμένος σε αρνητικές οικονομικές συνθήκες, αν γνωρίζει πώς να αντισταθμίσει το ρίσκο του ή αν γνωρίζει τις οικονομικές συνέπειες που θα μπορούσε να έχει αναλόγως των οικονομικών του αποφάσεων.
Κατά πόσο οι αρμόδιες Αρχές στην Κύπρο διαθέτουν την κατάρτιση και την τεχνογνωσία για να ρυθμίζουν τα τραπεζικά συμβόλαια και να προστατεύουν σωστά τους καταναλωτές; Η μήπως ο πολίτης είναι από όλες τις πλευρές απροστάτευτος;
Υπάρχουν νομοθεσίες και ευρωπαϊκές οδηγίες που προστατεύουν τους καταναλωτές στις περιπτώσεις τραπεζικών συμβολαίων, και ιδιαίτερα στα θέματα των καταχρηστικών ρητρών. Όμως υπάρχει και ένα κυπριακό φαινόμενο –να μου επιτρέψετε να το ονομάσω έτσι– όπου ολόκληρη η κρατική εξουσία και τα εργαλεία προστασίας της δεν λειτουργούν μπροστά στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα. Έγιναν καταγγελίες στην Υπηρεσία Προστασίας του Καταναλωτή για καταχρηστικές ρήτρες σε τραπεζικά συμβόλαια; Έγιναν πάρα πολλές. Έκρινε η Υπηρεσία ότι υπάρχουν καταχρηστικές ρήτρες; Βεβαίως, και εξέδωσε αποφάσεις-καταπέλτες για όλες τις τράπεζες. Προχώρησε η Νομική Υπηρεσία στη διαδικασία έκδοσης απαγορευτικών διαταγμάτων για την εφαρμογή καταχρηστικών ρητρών; Όχι, διότι δυστυχώς η διαδικασία χρονίζει στα κυπριακά δικαστήρια και οι πολίτες μέχρι σήμερα αναγκάζονται να προσφεύγουν μόνοι τους στη δικαιοσύνη, με την ελπίδα ότι θα βρεθεί κάποιος δικαστής που θα επιδικάσει το θέμα των καταχρηστικών ρητρών. Μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει τέτοια απόφαση, ενώ το δικαστήριο έχει το δικαίωμα να εξετάσει ακόμα και αυτεπάγγελτα το θέμα των καταχρηστικών ρητρών. Γιατί δεν το έχουν πράξει; Αυτό το αφήνω στη δική σας κρίση.
Περιορισμένη η δυνατότητα ένταξης στο «Ενοίκιο Έναντι Δόσης»
Το σχέδιο «Ενοίκιο Έναντι Δόσης», δυστυχώς, δεν έχει δώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, που ήταν η στήριξη των πραγματικά ευάλωτων συμπολιτών μας, επισημαίνει η Άννα Θεολόγου.
«Είναι παράδοξο ότι η κυβέρνηση, ενώ αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει θέμα και χρειάζεται πολιτική πρωτοβουλία για να βοηθηθούν οι ευάλωτοι συμπολίτες μας και παρουσιάζει μετά βαΐων και κλάδων αυτό το περίφημο σχέδιο, τα κριτήρια τα οποία καθορίζει για την ένταξη στο σχέδιο δίνουν πολύ περιορισμένη δυνατότητα ένταξης σε αυτούς που το έχουν ανάγκη.
Γνωρίζω περιπτώσεις -και δεν είναι λίγες- που έχουν απορριφθεί, για παράδειγμα, επειδή το εισόδημα ξεπερνούσε κατά μερικές δεκάδες ευρώ το όριο του κριτηρίου, ή κάποιος δεν παίρνει επίδομα ενώ είναι εν δυνάμει δικαιούχος επιδόματος, ή δεν έμενε στο σπίτι 12 μήνες κατά την περίοδο που προνοεί το σχέδιο, αλλά έμενε 10 ή 11 μήνες. Θα έπρεπε να υπάρχει η απαραίτητη διακριτική ευχέρεια σε αυτές τις περιπτώσεις, γιατί ο σκοπός του σχεδίου είναι πρώτα από όλα ανθρωπιστικός και θεωρητικά η πολιτική προσέγγιση είναι να βοηθήσουν τους ευάλωτους, εκτός και αν δεν είναι αυτή η πρόθεση».