Η οικονομική πίεση κρατάει πολλούς στο σπίτι

9 Min Read


Της Ελένης Κωνσταντίνου

Ενώ οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν και η τουριστική περίοδος βρίσκεται στην κορύφωσή της, για ένα σημαντικό ποσοστό των Κυπρίων οι καλοκαιρινές διακοπές αποτελούν πλέον πολυτέλεια.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και άλλες έρευνες, περίπου το 45 % των Κυπρίων δηλώνει ότι δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά ούτε μία εβδομάδα διακοπών, ενώ το 22 % των κατοίκων της χώρας κατά την περσινή περίοδο δεν μπορούσε να πάει διακοπές.

Από αυτούς η συντριπτική πλειοψηφία (81 %) επικαλείται οικονομικούς λόγους. Παρόμοια εικόνα υπάρχει και στην υπόλοιπη ΕΕ. Το 2023, το 15% των εργαζομένων στην ΕΕ δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά διακοπές μιας εβδομάδας μακριά από το σπίτι του. Αν και το ποσοστό αυτό μπορεί να μη φαίνεται πολύ υψηλό με την πρώτη ματιά, αντιπροσωπεύει περίπου 42 εκατομμύρια εργαζομένους. 

Η φτώχεια των διακοπών μεταξύ των εργαζομένων αυξάνεται σε ολόκληρη την ΕΕ, σημειώνοντας την τρίτη συνεχή ετήσια αύξηση.

Το 2022, 40,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι δήλωσαν ότι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά μια εβδομάδα διακοπών μακριά από το σπίτι τους. Πίσω από τα ποσοστά, όμως, βρίσκονται άνθρωποι. Κάθε αριθμός και μια ιστορία, κάθε «όχι» σε μια βαλίτσα και ένας λόγος που μαρτυρά τις κοινωνικές πιέσεις μιας εποχής με συνεχώς αυξανόμενο κόστος ζωής. Ο αριθμός αυτός αυξήθηκε σε 41,5 εκατομμύρια το 2023 –μια αύξηση πάνω από ένα εκατομμύριο εργαζομένων μέσα σε μόλις ένα χρόνο. Το μερίδιο των εργαζομένων που επλήγησαν αυξήθηκε από 14% σε 15%. 

Τα στοιχεία αποκαλύπτουν έντονες διαφορές στην οικονομική προσιτότητα των διακοπών σε ολόκληρη την ΕΕ, ιδίως μεταξύ της Ανατολικής/Νότιας Ευρώπης και της Δυτικής/Βόρειας Ευρώπης.

Η Ρουμανία βρίσκεται στην κορυφή της λίστας, με το 32% των εργαζομένων να μην μπορούν να αντέξουν οικονομικά διακοπές μιας εβδομάδας. Από κοντά ακολουθούν η Ουγγαρία (26%), η Βουλγαρία (24%), η Πορτογαλία και η Κύπρος (αμφότερες 23%) και η Σλοβακία (22%). Στην Ελλάδα, το 20% των εργαζομένων δεν μπορούν να κάνουν διακοπές μιας εβδομάδας. 

Οι σκανδιναβικές χώρες –Φινλανδία, Σουηδία και Δανία– μαζί με την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο και τη Σλοβενία, αναφέρουν τα χαμηλότερα επίπεδα φτώχειας στις διακοπές, που κυμαίνονται μεταξύ 5% και 7%.

Η Τσεχία, η Αυστρία και το Βέλγιο ανέφεραν ποσοστά φτώχειας σε επίπεδο διακοπών 10% ή κάτω από αυτό.

Παρά την οικονομική τους βαρύτητα, ακόμη και οι μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ αναφέρουν σχετικά επίπεδα φτώχειας στις διακοπές. Μεταξύ των τεσσάρων μεγάλων χωρών του μπλοκ, η Ισπανία (18%) και η Ιταλία (17%) υπερβαίνουν τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 15%. Η Γαλλία (12%) και η Γερμανία (11%) υπολείπονται του μέσου όρου, αλλά και οι δύο εξακολουθούν να παραμένουν πάνω από το 10%.

Συγκρίνοντας τους εργαζομένους (ηλικίας 15-64 ετών) και τον γενικό πληθυσμό, ηλικίας 16 ετών και άνω, το Euronews Business διαπίστωσε μια ισχυρή συσχέτιση: όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό των εργαζομένων που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά τις διακοπές τους, τόσο υψηλότερο τείνει να είναι και στον γενικό πληθυσμό.

Το 2023, μεταξύ του γενικού πληθυσμού, το ποσοστό των ατόμων που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά διακοπές μιας εβδομάδας κυμαίνεται από 11% στο Λουξεμβούργο έως 60% στη Ρουμανία, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 29%.

Αυτό υποδηλώνει ότι το ποσοστό στον γενικό πληθυσμό είναι σχεδόν διπλάσιο από αυτό των εργαζομένων.

Η πραγματικότητα πίσω από τα ποσοστά

Η οικονομική πίεση έχει οδηγήσει σε μια πρωτοφανή συνθήκη: εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης, νέοι, γονείς και συνταξιούχοι αδυνατούν να προσφέρουν στον εαυτό τους ένα βασικό διάλειμμα από την καθημερινότητα. Η ακρίβεια σε βασικά αγαθά, τα αυξημένα ενοίκια και το κόστος καυσίμων καθιστούν σχεδόν ανέφικτη οποιαδήποτε μετακίνηση, ακόμα και εντός του νησιού.

Πολίτες επιλέγουν πλέον «διακοπές στο σπίτι», βγαίνοντας σε πάρκα ή σε δημόσιες παραλίες για λίγες ώρες, ενώ άλλοι καταφεύγουν σε εναλλακτικές λύσεις, όπως ελεύθερο κάμπινγκ ή φιλοξενία από συγγενείς.

Πέρα από την οικονομική διάσταση, υπάρχει και η ψυχολογική επίπτωση. Οι διακοπές δεν είναι απλώς πολυτέλεια ή επιβράβευση –είναι ανάγκη. Όταν το σώμα και το μυαλό δεν παίρνουν ποτέ χρόνο αποφόρτισης, η κόπωση μετατρέπεται σε εξουθένωση και η εργασία σε καθημερινή δοκιμασία.

«Δεν είναι μόνο ότι δεν μπορούμε να φύγουμε. Είναι ότι δεν έχουμε καν το δικαίωμα να σκεφτούμε την ξεκούραση», λέει χαρακτηριστικά η Μαριλένα, μια εργαζόμενη μητέρα τριών παιδιών από τη Λευκωσία. «Το καλοκαίρι περνά από δίπλα μας και εμείς απλώς προσπαθούμε να μείνουμε οικονομικά “όρθιοι”».

Οι αριθμοί αποτυπώνουν καθαρά μια κοινωνία που κινείται με δύο ταχύτητες: από τη μια, όσοι έχουν τη δυνατότητα να προγραμματίσουν ή να απολαύσουν διακοπές· και από την άλλη, όσοι αποκλείονται, βιώνοντας την οικονομική κρίση με τρόπο άμεσο και χειροπιαστό.

Η ανάγκη για διακοπές δεν είναι περιττή ή δευτερεύουσα. Είναι δείκτης ποιότητας ζωής. Και όσο περισσότεροι Κύπριοι στερούνται αυτό το βασικό δικαίωμα, τόσο περισσότερο εντείνεται η αίσθηση κοινωνικής αδικίας και αποκλεισμού.

«Ούτε για μια διανυκτέρευση δεν φτάνει ο μισθός», μας λέει η Χριστίνα, υπάλληλος σε καφετέρια στη Λευκωσία. «Εργάζομαι έξι μέρες την εβδομάδα, όλον το χρόνο. Ακόμα και να ήθελα να πάω κάπου, δεν μπορώ. Το ενοίκιό μου είναι 700 ευρώ, πληρώνω ρεύμα, φαγητό, καύσιμα. Δεν υπάρχει χώρος για διακοπές. Παλιά πηγαίναμε με φίλους Πρωταρά ή Λατσί για ένα Σαββατοκύριακο. Φέτος ούτε αυτό».

«Η σύνταξή μου είναι 850 ευρώ. Μου φτάνουν για να πληρώνω τα βασικά και τα φάρμακά μου. Διακοπές δεν κάνω εδώ και πέντε χρόνια. Δεν παραπονιέμαι –κι άλλοι είναι στην ίδια κατάσταση. Βγαίνω κάθε απόγευμα στο πάρκο, διαβάζω, μιλάω με φίλες. Αυτή είναι η δική μου “απόδραση”», μας αναφέρει η 70χρονη κυρία Άννα. Όπως μας είπε, παρόμοια είναι η εικόνα και για τις άλλες συνομήλικες της γειτονιάς της που θα πάνε κάπου εάν προσφερθούν τα παιδιά τους, διαφορετικά όλες μαζί θα περάσουν και αυτό το καλοκαίρι στη δροσιά της αυλής τους. 

Επίσης, από όσους μπορούν να πάνε κάποιες μέρες διακοπές αυτό που μας αναφέρουν είναι ότι νιώθουν τυχεροί που είναι εγγεγραμμένοι σε συντεχνία και έχουν τη δυνατότητα για επιχορηγημένες διακοπές ή διακοπές με χαμηλά κόστη. 



Share This Article